Tο σχέδιο «διάσωσης» με ίδια μέσα (bail-in), όπως εφαρμόστηκε στην Κύπρο παραβιάζει τις αρχές δίκαιης αναδιάρθρωσης χρέους του Διεθνούς Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικών (IIF).
Δεν αναφέρομαι στην αδικία που νιώθουν οι «κουρεμένοι» καταθέτες, αν και δεν υποτιμώ καθόλου το συναίσθημα αυτό (είναι εξαιρετικά δυσάρεστο να βάζουν άλλοι το χέρι τους στην τσέπη σου!). Η αδικία για την οποία μιλώ αναφέρεται σε διεθνώς αποδεκτά κριτήρια με τα οποία γίνεται ένα «κούρεμα». Μια τέτοια οπτική γωνία μας ανοίγει ευκαιρίες για διόρθωση.
Το «κούρεμα» καταθετών θεωρήθηκε αναγκαίο από την Τρόικα, για να αποφύγει η χώρα μη βιώσιμα επίπεδα χρέους και στάση πληρωμών. Επρόκειτο για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα συνεργασίας πιστωτών και οφειλέτη για το οποίο ισχύουν οι Αρχές για Δίκαιη Αναδιάρθρωση Χρέους[1]. Οι οδηγίες έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για τη διαχείριση αναδιαρθρώσεων δημόσιου χρέους. Μέχρι το 2010, εφαρμόζονταν μόνο στο δημόσιο χρέος αναδυόμενων αγορών, αλλά έκτοτε η εφαρμογή τους διευρύνθηκε και περιλαμβάνει αναπτυγμένες οικονομίες, καθώς και περιπτώσεις αναδιάρθρωσης μη δημόσιου χρέους, όταν το κράτος έχει σημαντικό ρόλο. Οι Αρχές έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί στην αναδιάρθρωση του χρέους των Κυπριακών τραπεζών, αφού η συμφωνία αφορούσε ένα διακυβερνητικό γκρουπ (το Eurogroup) και την Κυπριακή πολιτεία.
Οι Αρχές στηρίζονται σε τέσσερεις πυλώνες: (i) διαφάνεια, (ii) διάλογο μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη για την αποφυγή αναδιάρθρωσης, (iii) “καλή πίστη” κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης και (iv) δίκαιη μεταχείριση όλων των μερών. Στην περίπτωση της «διάσωσης» της Κύπρου δεν υπήρχε διαφάνεια αφού οι αποφάσεις βασίστηκαν σε εμπιστευτικές μελέτες της PIMCO και της KPMG. Υπήρξε ικανοποιητικός διάλογος καθώς η Συντονιστική Επιτροπή ενέπλεξε όλους τους κύριους ενδιαφερόμενους. Η “καλή πίστη” δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν από τους συμμετέχοντες στη Συντονιστική Επιτροπή, οπότε μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι ικανοποιήθηκε και αυτός ο πυλώνας. Ωστόσο, δεν ζητήθηκε η γνώμη της Τράπεζας Κύπρου που θα αναλάμβανε το ELA της Λαϊκής, στελέχη της αμφισβήτησαν την συμφωνία και το Συμβούλιό της αρνήθηκε να την εγκρίνει και παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενο. Συνεπώς, δεν υπήρξε καλή πίστη όσον αφορά την Τράπεζα Κύπρου.
Ας δούμε ιδιαίτερα την μεταχείριση των παλαιών μετόχων της Τράπεζας Κύπρου. Οι εγγυημένοι καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου συνεισέφεραν €3.806 εκατ. σε μετρητά και έλαβαν μετοχές αξίας €3.806, δηλαδή, €1,00 ανά μετοχή. Η Λαϊκή συνεισέφερε περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας €425 εκατ. και έλαβε μετοχές αξίας €844 εκατ., με τιμή €0,503 ανά μετοχή.Η κεφαλαιοποίηση των μετόχων της πρώην Τράπεζας Κύπρου ήταν €371,95 εκατ. τη στιγμή της αναδιάρθρωσης, και έλαβαν μετοχές αξίας €18 εκατ. στην τιμή των €20,66 ανά μετοχή. Προφανώς δεν είχαν όλοι την ίδια μεταχείριση. Η πρώην Λαϊκή έτυχε προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των πρώην μετόχων της Τράπεζας Κύπρου και να σημειωθεί οτι ο Κεντρικός Τραπεζίτης που είχε τον κύριο λόγο στο κούρεμα ήταν και διαχειριστής της Λαϊκής.
Εύλογα θα πει κάποιος ότι οι μέτοχοι χάνουν σε περίπτωση πτώχευσης. Βεβαίως, αλλά δεν υπήρξε πτώχευση! Η τράπεζα αναδιαρθρώθηκε και ως εκ τούτου, οι πρώην μέτοχοι της Τράπεζας Κύπρου θα έπρεπε να τύγχαναν τη ίδιας μεταχείρισης όπως η πρώην Λαϊκή, έστω και αν οι κουρεμένοι καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου είχαν (ορθώς) προνομιακή μεταχείριση. Συνεπώς, δεν ικανοποιήθηκε ο άξονας της δικαιοσύνης.
Μπορούμε να διορθώσουμε το κούρεμα; Πολλά μπορούμε να διορθώσουμε αν ξέρουμε τι θέλουμε και πως να επιχειρηματολογούμε.
Η συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επιτροπής, αναφορικά με τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης τραπεζών του Μαρτίου, διευκρινίζει τις διαδικασίες διάσωσης με ίδια μέσα. Σημαντικές εξαιρέσεις προβλέπονται για βραχυπρόθεσμες καταθέσεις, πληρωμές παραδοτέων προϊόντων, συντάξεις και μισθούς.Αυτές οι εξαιρέσεις δεν εφαρμόστηκαν στην περίπτωση της Κύπρου και η Τρόικα θα πρέπει να αποδεχθεί διορθώσεις της κακότεχνης διάσωσης.
Τι μπορεί να γίνει; Αναγνωρίζοντας και διορθώνοντας πρώτα τα δικά μας λάθη μπορούμε να επιχειρηματολογήσουμε για να διορθωθεί το άδικο κούρεμα. Πώς; Με παροχή ρευστότητας προς τις κυπριακές τράπεζες ώστε να αρθούν οι περιορισμοί διακίνησης κεφαλαίων, με μερική ανατροπή του κουρέματος μέσω του ενιαίου μηχανισμού στήριξης, και χρηματοδότηση «κακής τράπεζας». Και οι τρεις προτάσεις εμπίπτουν στις αρμοδιότητες Ευρωπαϊκών θεσμών και το ευρωκοινοβούλιο μπορεί να ασκήσει πίεση στηριζόμενο στις διεθνείς αρχές και ευρωπαϊκές συμφωνίες.
Και αυτό με φέρνει στο κύριο επιχείρημα μου για τις ευρωεκλογές. Όσο έντονα και κατανοητά κι αν είναι τα συναισθήματά μας για το άδικο «κούρεμα» που μας επιβλήθηκε, μόνο με τεκμηριωμένα επιχειρήματα μπορούμε να πείσουμε την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτός είναι και ένας από τους σημαντικότερους λόγους που διεκδικώ θέση στο Ευρωκοινοβούλιο. Με αυτό το άρθρο αναδεικνύω ένα από τα πολλά που μπορούμε να κάνουμε, αν ξέρουμε τι θέλουμε και αν ξέρουμε να επιχειρηματολογούμε.
[1] Group, Principles Consultative. 2013. Principles for Stable Capital Flows and Fair Debt Restructuring. Washington, DC: International Institute of Finance.
Γράφει: Σταύρος Α. Ζένιος
Αριστίνδην υποψήφιος για τις ευρωεκλογές ΔΗΣΥ-Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα,
Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου
Πρόεδρος των Πρυτάνεων των Πανεπιστημίων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών.