Πηγαίνουμε στις ευρωεκλογές με πρωτοφανή ψηλά ποσοστά ψηφοφόρων να εκφράζουν πρόθεση για αποχή.
Ωστόσο η Ευρώπη μας αφορά. Νιώσαμε βαρύ το χέρι της πέρυσι τον Μάρτιο με το κούρεμα των καταθέσεων αλλά και το φιλικό άγγιγμα στον ώμο όταν μας έσωσε από άτακτη χρεωκοπία. Οφείλουμε επομένως όπως εντοπίσουμε τους λόγους της αδιαφορίας των πολιτών και να διερωτηθούμε: Πρέπει να αναστρέψουμε το φαινόμενο της αποχής; Μπορούμε να το αναστρέψουμε. Η απάντηση είναι Ναι και Ναι.
Όταν οι αγωνίες του πολίτη δεν εντάσσονται στην παραγωγή πολιτικής σκέψης από το σύστημα, τότε ο πολίτης είτε επαναστατεί είτε αποσύρεται. Ο ξύλινος πολιτικός λόγος με κλισέ συνθήματα, η επίρριψη ευθυνών ισοπεδωτικά, η έλλειψη εναλλακτικών προτάσεων πέραν των συνθημάτων περί «ολοκληρωμένης πολιτικής», αφήνουν τον πολίτη αδιάφορο. Προσέξτε πρόταση από (νέο μάλιστα) κύπριο πολιτικό:
«δυναμικός και συνεχής προγραμματισμός με βάση ένα μακροχρόνιο και συλλογικά δεσμευτικό σχέδιο που θα αφορά και θα εμπλέκει όλους τους παράγοντες της οικονομίας».
Σας εμπνέει να ψηφίσετε; Υπάρχει κάτι να συζητήσετε μαζί του; Και, το χειρότερο από όλα, αν εκλεγεί καταλαβαίνετε τι θα κάνει; Άστε που παραπέμπει σε ένα μοντέλο σχεδιασμού της οικονομίας που δεν είχε δει ούτε η Σοβιετική Ένωση από την εποχή του Στάλιν. Αν η πρόταση προερχόταν από υποψήφιο της αριστεράς να δείξω τουλάχιστον κατανόηση για την ιδεολογία του κρατικού προγραμματισμού.
Με τέτοιες προτάσεις βεβαίως οι νέοι μας απαξιώνουν την πολιτική. Ακόμη και πριν αρχίσει η κρίση οι μισοί νέοι δήλωναν ότι δεν θα ψήφιζαν αν η ψήφος δεν ήταν υποχρεωτική διότι δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς ή την πολιτική. Με προτάσεις όπως την πιο πάνω τι ακριβώς να εμπιστευτούν.
Γι΄ αυτό λέω εδώ και χρόνια οτι το πολιτικό σύστημα της χώρας μας χρειάζεται ανανέωση, εκσυγχρονισμό και διαφάνεια. Χρειαζόμαστε ένα διαφορετικό ύφος και ήθος πολιτικού λόγου που να λύνει τα προβλήματα των πολιτών, και όχι να στοχεύει απλά στην εξασφάλιση της εξουσίας. Να παράγει πολυεπίπεδη πολιτική σκέψη, και όχι να εξαντλείται στους κομματικούς τακτικισμούς. Οι τακτικισμοί, η διαφθορά, η αδιαφάνεια, η ατιμωρησία, οδήγησαν την χώρα στην καταστροφή, τους νέους και νέες στην ανεργία και πολλούς συμπολίτες μας στην απελπισία.
Πρέπει να αλλάξουμε αν θέλουμε να βγούμε από τα αδιέξοδα. Διαφορετικά θα μείνουμε κολλημένοι στα βράχια όπου μας έριξε ένα χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα. Όσοι σκέφτεστε να απέχετε σκεφτείτε το ως εξής: πάρτε τον καλύτερο υποψήφιο σε όλα τα ψηφοδέλτια (όχι κατ’ ανάγκη μόνο του κόμματος σας), συγκρίνετε τον με τον χειρότερο υποψήφιο από όλα τα ψηφοδέλτια. Αν τώρα είστε αδιάφοροι για το ποιός από τους δύο θα σας εκπροσωπεί στις 25 Μαΐου, τότε τηρείστε αποχή. Πολύ αμφιβάλλω οτι θα βρεθεί υπεύθυνος πολίτης που μετά από την σύγκριση θα παραμείνει αδιάφορος. Δεν είναι όλοι οι ίδιοι και αυτός είναι ο λόγος για να αναστρέψουμε το φαινόμενο της αποχής.
Αν θέλουμε να αλλάξουν τα πράγματα οφείλουμε να ψηφίσουμε για να αλλάξει το ύφος και ήθος του πολιτικού λόγου.
Πως θα τα καταφέρουμε; H αλλαγή αρχίζει με γνήσιο πολιτικό διάλογο που δημιουργεί ένα κοινό υπόστρωμα αρχών και αξιών, καλλιεργεί το αίσθημα του ανήκειν σε μια δημιουργική κοινωνία και δεσμεύει το κοινωνικό σύνολο στην επιδίωξη κοινά αποδεκτών στόχων. Αυτό απαιτεί ελεύθερη, δραστήρια και ειλικρινή συζήτηση για το κοινό καλό στηριζόμενη σε προσεκτική ανάλυση δεδομένων. Απαιτεί αναγνώριση ότι η αλήθεια δεν είναι πάντα βολική και έντονη επιθυμία για συμφωνία.
Αυτό πρέπει να απαιτήσουμε οι πολίτες από το πολιτικό σύστημα και τους υποψήφιους που ζητούν την ψήφο μας. Η δική μου προσπάθεια για γνήσιο πολιτικό διάλογο αρχίσε αυτή την Τρίτη (6/5) από την Λευκωσία, με τους Χριστόφορο Πισσαρίδη, Ηλιάνα Νικολάου και Χαρίδημο Τσούκα να συζητούμε με τους πολίτες για τη δημιουργική συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρώπη και την ενεργή παρουσία της Ευρώπης στην Κύπρο. Μόνο με γνήσιο πολιτικό διάλογο θα δουλέψει η Δημοκρατία μας ως μια γνήσια Δημοκρατία για να νιώσουν οι πολίτες οτι έχουν θέση. Και αυτό το έχουμε μεγάλη ανάγκη!
Γράφει: Σταύρος Α. Ζένιος
Αριστίνδην υποψήφιος για τις ευρωεκλογές ΔΗΣΥ-Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα,
Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου
Πρόεδρος των Πρυτάνεων των Πανεπιστημίων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών.