Είναι το λιγότερο παράδοξο να συναντάς νοσταλγούς της επταετίας στην Ελλάδα και ακόμα περισσότερο στην Κύπρο.
Και είναι ακόμα πιο παράδοξο όταν αυτοί οι νοσταλγοί, που συχνά αποκαλούν τον συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο «Εθνάρχη» και παράλληλα να εμφανίζονται ως οι πλέον ανήσυχοι για το μέλλον του Ελληνισμού και τους κινδύνους αφανισμού του ελληνικού πολιτισμού.
Προτάσσουν το περίφημο «οικονομικό θαύμα» της επταετίας το οποίο προ πολλού έχει κονιορτοποιηθεί καθώς, ούτε θαύμα ήταν από τη μια, και γεμάτο διαπλοκές, διαφθορά και χατίρια στο μεγάλο κεφάλαιο ήταν από την άλλη. Δεν απαριθμώ εδώ, δεν υπάρχει χώρος και, τα στοιχεία για όλα αυτά υπάρχουν παντού εδώ και χρόνια.
Παραμένω στην απορία μου κι αναρωτιέμαι. Ποιον πολιτισμό ακριβώς υπηρέτησε η δικτατορία;
Για να μην αρχίσω την αισθητική ανάλυση της περιόδου και θυμίσω τις γραφικότητες των πανηγυριών για την «Πολεμική Αρετή των Ελλήνων» θα πάω κατ’ ευθείαν σε χειροπιαστά γεγονότα.
Δεν είχε κλείσει μήνα η δικτατορία, όταν εξέδωσε τον κατάλογο έργων και συγγραφέων που θεωρούνται «υπό της Επαναστάσεως βλαβεροί δια την ψυχήν των Ελλήνων»
Ανάμεσα τους ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου ( που ήταν μάλιστα προγραμματισμένος για το Φεστιβάλ Αθηνών του 1967, αλλά δεν ανέβηκε ποτέ καθώς ο συνθέτης της μουσικής ήταν ο επικίνδυνος συνωμότης Μίκης Θεοδωράκης). Η «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, οι «Τρωάδες» και οι «Ικέτιδες» του Ευριπίδη.
Ολόκληρο το έργο του Γιάννη Ρίτσου μπήκε στο σκοτάδι, ο Γεώργιος Σεφέρης ήταν χαρακτηρισμένος ως… «συνοδοιπόρος» (χαρακτηρισμός που αποδίδονταν σε όσους δεν αποκήρυτταν ως βδέλυγμα την Αριστερά, εξαιρετικό δείγμα της λογικής «αν δεν είσαι μαζί μας είσαι εχθρός» ). Το μίσος των συμμοριτών της χούντας κατά του Σεφέρη, άγγιζε τα όρια της υστερίας. Δεν μπορούσαν να τον αγγίξουν βέβαια, καθώς μόλις ελάχιστα χρόνια πριν, είχε τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ένα Νόμπελ που θεωρήθηκε απόλυτα καθαρό και χωρίς καμία πολιτική σκοπιμότητα.
Όταν αργότερα ο Σεφέρης σπάει τη σιωπή του και διαβάζει το προφητικό για την Κυπριακή τραγωδία μήνυμά του από τα μικρόφωνα του BBC το 1969, η ΚΥΠ μαζί με τη στρατιά των ουκ ολίγων προθύμων ξεκινά τον πόλεμο λάσπης. Ονοματίζει τον Σεφέρη ως… προπαγανδιστή του ΕΑΜ –ενώ ο ποιητής την εποχή εκείνη υπηρετούσε στη Μέση Ανατολή και χτίζει τον ψίθυρο αμφισβήτησης για τα ελατήρια της Σουηδικής Ακαδημίας και την απονομή του κορυφαίου βραβείου Λογοτεχνίας.
Επιχειρούν λοιπόν να πείσουν, πως ο Σεφέρης τιμήθηκε γιατί προηγουμένως είχε πουλήσει – με αντάλλαγμα τη βράβευσή του- την Κύπρο στους Βρετανούς!
Ταυτόχρονα, η στρατιωτική δικτατορία στο μαύρο κατάστιχο προσθέτει τον Τολστόι (Ρώσος, αυτό αρκούσε) , τον Μπαλζάκ, τον Μαγιακόφσκι, την Μποβουάρ και τον Σαρτρ, ασφαλώς τον Αραγκόν και τον Γκαροντύ, αλλά και τον υπό διωγμό στη Σοβιετική Ένωση Σολζενίτσιν.
Με τον τελευταίο μάλιστα, όταν κατάλαβαν το λάθος τους, όχι μόνο τον έβγαλαν από το κατάστιχο αλλά, φρόντισαν ώστε η ακραιφνώς απριλιανή εφημερίδα Ελεύθερος Κόσμος να βγάζει σε συνέχειες διηγήματά του και ιστορίες από τη ζωή του στο «παραπέτασμα».
Οι απίστευτοι αυτοί τύποι, οι στυλοβάτες του πολιτισμού όπως κάποιοι διατείνονται, κατεδίωκαν οτιδήποτε και οποιονδήποτε- για μια περίοδο, ήταν εξαφανισμένο το Λεξικό Πάπυρος Λαρούς γιατί εκείνο το….Λα-ρους τους έμοιασε ρούσικο!
Υπάρχει και ένα επεισόδιο καταγεγραμμένο στην εφημερίδα το Βήμα, προ πολλών ετών, σύμφωνα με το οποίο κάποιος πολιτικός κρατούμενος ζήτησε το λεξικό και το αίτημα απορρίφθηκε επειδή θεώρησαν πως ήταν βιβλίο κομουνιστικής προπαγάνδας.
Το έχω γράψει – όπως και άλλοι- πολλές φορές στο παρελθόν. Η δικτατορία των χυδαίων συνταγματαρχών δεν συνάντησε καμία απολύτως πάνδημη αντίσταση. Το «άρτος και θεάματα» που εφάρμοσε αμέσως η δικτατορία, έπιασε αμέσως τόπο σε έναν λαό που αν εξαιρέσεις κάποια μικρά ενεργά του κύτταρα ήταν κατά το μεγαλύτερο ποσοστό του απαίδευτο και αδιάφορο στις έννοιες της νομιμότητας και της σημασίας των θεσμών.
Από την άλλη, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, η Ελλάδα, βρίσκονταν- μέσα στην κλίμακά της, σε πνευματική αναγέννηση, την πρώτη μετά τα χρόνια του εμφύλιου.
Κανείς δεν ξέρει πως θα είχαν εξελιχθεί τα πράγματα στη χώρα, αν δεν είχε μεσολαβήσει η δικτατορία. Ο τόπος, ατελής και πολιτικά παραδομένος στο παρακράτος που κυβερνούσε ήδη από δεκαετίες, δεν είχε καμία σίγουρη πυξίδα για το μέλλον.
Ωστόσο, οι πιθανότητες να είχε εξελιχθεί θα ήταν πιστεύω ισχυρότερες αν δεν είχε μεσολαβήσει το έκτρωμα της χούντας.
Αν είχαν συνεχίσει οι δημιουργοί ανενόχλητοι το έργο τους και κυρίως αν μέσα σε ένα πλαίσιο εκσυγχρονισμού της Ελλάδας έκλειναν τότε τα τραύματα του εμφυλίου και επέστρεφαν πίσω οι εξόριστοι- εννοώ να ήταν ελεύθεροι να έρχονται όποτε θέλουν και να προσφέρουν.
Από τον Αξελό έως τον Καστοριάδη, και τον Ξενάκη και πολλούς άλλους.
Τίποτα δεν έγινε βέβαια.
Έτσι, ανάμεσα στα υπόλοιπα πάνδεινα, η δικτατορία ουσιαστικά όχι απλά θεμελίωσε, αλλά έχτισε με τρόπο συμπαγή το ισχυρότερο και ανθεκτικότερο οικοδόμημα της νεότερης Ελλάδας: Αυτό της απεχθούς και κανοναρχούσας Μετριοκρατίας.
Αυτό που κυβερνά διαχρονικά.
ΥΓ: Υπάρχουν αφελείς που σκέπτονται να ψηφίσουν το ΕΛΑΜ θεωρώντας πως έτσι θα πράξουν πατριωτικά. Είναι κατά κύριο λόγο, αυτοί που από τη μια ανησυχούν για τον αφελληνισμό της Κύπρου, στέκουν «σούζα» στον εθνικό ύμνο της Ελλάδας, δακρύζουν στη θέα της Ελληνικής σημαίας και «συγκλονίζονται» όταν διαβάζουν για τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων στην περίοδο της Γερμανικής κατοχής. Ας έχουν υπόψη τους αυτά τα λόγια, που θα τους θυμίσουν όσα έλεγε, σχεδόν κατά λέξη, ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος για να δικαιολογήσει το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967:
«Το Έθνος μας είναι σε αναβρασμό. Οι φοιτητές επαναστατούν και διαπράττουν βιαιότητες. Οι κομουνιστές επιζητούν να καταστρέψουν τη χώρα μας. Χρειαζόμαστε Νόμο και Τάξη... Ναι, χωρίς Νομό και Τάξη το έθνος μας δεν μπορεί να επιζήσει...»
Πρόκειται για απόσπασμα λόγου του αρχηγού του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας Αδόλφου Χίτλερ που εκφωνήθηκε σε σύναξη οπαδών του στο Αμβούργο το 1932.
ΥΓ2: Ο πίνακας είναι «Οι τύψεις του Ορέστη» έργο του 1862 που υπογράφει ο William-Adolphe Bouguereau
@pittasgeorge
Γράφει: Γιώργος Πήττας