“Η συμφωνία στην οποία καταλήξαμε είναι οδυνηρή αλλά υπό τις περιστάσεις η καλύτερη που θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε.
Ξεπερνιέται οριστικά ο κίνδυνος χρεοκοπίας της Κύπρου και αποτρέπονται οι τραγικές συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία. Το τραπεζικό σύστημα θα σταθεροποιηθεί. Πετύχαμε την αποτροπή της χρεοκοπίας της Λαϊκής Τράπεζας και ότι αυτό θα συνεπαγόταν. Διασφαλίσαμε την πλήρη κεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Κύπρου. Με τη συγχώνευση της Τράπεζας Κύπρου με το υγιές μέρος της Λαϊκής Τράπεζας δημιουργείται μια ισχυρή τράπεζα ικανή να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των καταθετών και της εθνικής οικονομίας.”
Τα πιο πάνω αποτελούν δέσμευση του κ. Αναστασιάδη απέναντι στον Κυπριακό Λαό στις 25 Μαρτίου 2013, μόλις μερικές μέρες μετά την οριστική απόφαση για κούρεμα στις καταθέσεις. Δεκαπέντε μήνες μετά όχι μόνο το τραπεζικό σύστημα δεν έχει σταθεροποιηθεί αλλά η αβεβαιότητα που παρατηρείται αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη, ενώ ακόμα και σήμερα είναι σε εφαρμογή οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων προς το εξωτερικό. Η Τράπεζα Κύπρου παρά τις τότε δεσμεύσεις για πλήρη κεφαλαιοποίηση έχει εκδώσει εκ νέου μετοχικό κεφάλαιο για να στηρίξει τη κεφαλαιακή της βάση, επιβάλλοντας νέο κούρεμα στους ήδη κουρεμένους καταθέτες, μεταξύ των οποίων ένα πολύ μεγάλο μέρος αφορά ταμεία προνοίας των εργαζομένων.
Το κυριότερο όμως σε σχέση με τις δεσμεύσεις του κ. Αναστασιάδη είναι ότι κάθε άλλο παρά έχουν αποτραπεί οι τραγικές συνέπειες στην κοινωνία. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προλειαίνει το έδαφος για νέες περικοπές, η ανεργία έχει καταγράψει την μεγαλύτερη αύξηση στην Ευρωζώνη, χιλιάδες οικογένειες εναποθέτουν τις ελπίδες για σίτιση στα κοινωνικά παντοπωλεία, ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει λυγίσει από το υπερβολικό βάρος των χρεώσεων από τις τράπεζες. Μια μικρομεσαία επιχείρηση για παράδειγμα, για να επιβιώσει σήμερα χρειάζεται να αντιμετωπίσει όχι μόνο τη μείωση του κύκλου εργασιών, λόγω της ύφεσης, αλλά και να αντέξει το δυσβάστακτο βάρος των τραπεζικών οφειλών.
Η Κυβέρνηση όφειλε σε αυτό το διάστημα να επιδιώξει την αποκατάσταση της ρευστότητας στην οικονομία. Είχε καθήκον να βρει τρόπους για να μειώσει το κόστος δανεισμού προς τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Να αντιμετωπίσει τις υπερβολικές χρεώσεις και να ενισχύσει το πλαίσιο για τις αναδιαρθρώσεις των δάνειων, ώστε να καταστεί εφικτή η αποπληρωμή τους με βάση τις νέες οικονομικές συνθήκες. Τίποτα από όλα αυτά δεν έπραξε. Αντιθέτως με τις πράξεις της φρόντισε να βάλει εμπόδια σε ρυθμίσεις που θα πρόσφεραν δικαιότερο επιμερισμό του βάρους στην κοινωνία. Φρόντισε να απαγορεύσει εντός του μνημονίου την υιοθέτηση της όποιας ρύθμισης σε σχέση με τα δανειστικά επιτόκια. Συνεχίζει ακόμα και σήμερα να αγνοεί τις εκκλήσεις της κοινωνίας αλλά και τις προτάσεις που το ΑΚΕΛ και άλλα Κόμματα έχουν καταθέσει στη Βουλή σε σχέση με τις υπερβολικές χρεώσεις των τραπεζών. Αδυνατεί να λάβει ουσιαστικά μέτρα που να διασφαλίζουν ότι οι τράπεζες θα προχωρήσουν σε σημαντικές αναδιαρθρώσεις των δανείων. Και βεβαίως συνεχίζει να εξαπατά την κοινωνία όταν δεσμεύεται ότι θα διασφαλίσει την κύρια κατοικία την ώρα που οι αποφάσεις και οι ενέργειες της ανοίγουν διάπλατα το δρόμο στις μαζικές εκποιήσεις κατοικιών.
Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται ανεκτή από την κοινωνία. Δεν μπορεί η κοινωνία να αντέξει ολοένα και περισσότερο βάρος να επιμερίζεται στους ώμους των πιο ασθενών στρωμάτων της, προς όφελος μιας πολιτικής που στοχεύει στη δημιουργία δεδομένων που θα εξυπηρετεί τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Είναι η ίδια μειοψηφία που οφείλει πολύ μεγάλο μέρος των δανείων προς τις τράπεζες. Είναι η ίδια μειοψηφία που παραμένει ασυνεπής στις φορολογικές τις υποχρεώσεις. Είναι η ίδια μειοψηφία ωστόσο που όσο η κρίση βαθαίνει θα συνεχίσει να αυξάνει τον πλούτο της σε σχέση με τις χιλιάδες των εργαζομένων και συνταξιούχων που βλέπουν τους μισθούς και τις συντάξεις τους ολοένα και πιο συχνά να συρρικνώνονται. Είναι οι μικρομεσαίοι και οι αγρότες που βλέπουν τα εισοδήματα τους να εξανεμίζονται. Αυτή η ανισότητα δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Οφείλουμε να βρούμε λύσεις. Αυτός είναι ο δικός μας στόχος, αυτό θέλουμε να πράξουμε. Για αυτό και δώσαμε μάχη για να καταλήξουμε σε κοινή πρόταση νόμου για προστασία της κύριας κατοικίας και της μικρής επαγγελματικής στέγης. Γι’ αυτό καταθέσαμε πρόταση νόμου για ρύθμιση των καταχρηστικών χρεώσεων από τις τράπεζες. Όμως συνεχίζουμε να λέμε ότι μόνο αυτά δεν αρκούν. Και θα πρέπει να είμαστε σαφείς. Όσο απέναντι μας βρίσκεται μια Κυβέρνηση πιστή στην εφαρμογής σκληρής λιτότητας και εκποίησης του δημόσιου πλούτου οι προοπτικές για την Κύπρο και το λαό της δεν είναι ευοίωνες.
Γράφει: Άντρος Κυπριανού