Στο προηγούμενο άρθρο μιλήσαμε για το πώς οδηγήθηκε η Τουρκία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), στο σήμερα.
Μεταξύ άλλων συμπερασμάτων, αναφέραμε ότι η σταδιακά αυξημένη αυταρχικοποίηση της κυβέρνησης ΑΚΡ απορρέει από το γεγονός ότι οι πολιτικές αποφάσεις περιστρέφονται ολοένα και περισσότερο γύρω από το πρόσωπο του Πρωθυπουργού, Ρετζέπ Ταγίιπ Ερντογάν. Ο τελευταίος, μέσα σε ένα παραλήρημα ανορθολογισμού, οδηγούμενος από ανικανοποίητη δίψα για εξουσία και νομιζόμενος ότι είναι πλέον αναντίρρητος, αποξένωσε κοινωνικούς και πολιτικούς συμμάχους οδηγώντας τη χώρα σε πόλωση και θέτοντας την κυβέρνησή του κίνδυνο εν όψει εκλογών.
Αυτή η πραγματικότητα έγινε ακόμα πιο εμφανής με την (αποτυχημένη) απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει τη χρήση του Twitter. Η απόφαση του Ερντογάν εκφράζει ξεκάθαρα αυταρχικές τάσεις αλλά και τάσεις λήψης μη ορθολογικών αποφάσεων. Η απαγόρευση του Twitter γύρισε μπούμερανγκ κατά του ΑΚΡ για δύο λόγους. Πρώτον, η αποτυχία της κυβέρνησης να εφαρμόσει επιτυχώς την απαγόρευση, με αποτέλεσμα οι χρήστες να βρουν εναλλακτικούς τρόπους πρόσβασης του κοινωνικού δικτύου περιγελώντας και εξευτελίζοντας την κυβέρνηση μέσα από ένα δημιουργικό και ευφάνταστο ηλεκτρονικό «πόλεμο». Δεύτερον, έδωσε αυτό που ίσως αποδειχτεί ως το τελευταίο χτύπημα στην κυβέρνηση ΑΚΡ ή τουλάχιστον στον Ερντογάν. Ο δεύτερος λόγος είναι και αυτός που εξετάζουμε πιο κάτω.
Μετά από τις διαδηλώσεις Γκεζί του περασμένου καλοκαιριού (2013), που ανέδειξαν για πρώτη φορά με δυναμικό τρόπο τη δυσαρέσκεια μέρους της κοινωνίας για τις πολιτικές του ΑΚΡ, η κυβέρνηση Ερντογάν συνέχισε να πλήγεται από την ανοιχτή της σύγκρουση με το κίνημα Χιζμέτ του Ισλαμιστή κληρικού Φετουλλάχ Γκιουλέν, και τα τηλεφωνικά σκάνδαλα και την κοινωνική κατακραυγή για τον θάνατο του 15χρονου Μπέρκιν Ελβάν. Υπό αυτό το πρίσμα οι απειλές του Πρωθυπουργού για απαγόρευση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η απαγόρευση του Twitter αποτελούν την κορύφωση (προς το παρόν) της αυταρχικοποίησης του ΑΚΡ αλλά και της κοινωνικής αντίδρασης.
Καθώς η ρητορική και οι πολιτικές του ΑΚΡ στοχεύουν στη συσπείρωση της συντηρητικής εκλογικής βάσης του κόμματος, μέχρι πρόσφατα φαινόταν ότι παρά τις απώλειές του παρέμενε το πρώτο κόμμα και η νίκη του στις επερχόμενες εκλογές ήταν σίγουρη. Αν και η πιθανότητα να κερδίσει τις εκλογές το ΑΚΡ παραμένει, μια δυναμική πολιτικών ανατροπών έχει γίνει πλέον αισθητή. Με την τελευταία του κίνηση κατά του Twitter και, στην ουσία, της ελευθερίας έκφρασης των πολιτών, ο Ερντογάν μετατρέπεται σε κόκκινο πανί για ακόμα μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Εκτός από τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα αυτής της πολιτικής που οργίζει, είναι επίσης ξεκάθαρο ότι χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση (και κυρίως τον Ερντογάν) για τον περιορισμό και συγκάλυψη των σκανδάλων τα οποία αναδείχτηκαν κυρίως μέσα από το διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα.
Ως αποτέλεσμα όχι μόνο η κοινωνία αλλά και πολιτικοί παράγοντες έχουν διαχωρίσει τη θέση τους απ’ τον Ερντογάν. Πέραν από το Φετουλλάχ Γκιουλέν ο οποίος βρίσκεται ήδη σε ρήξη με τον Ερντογάν, ο Πρόεδρος Αμπτουλάχ Γκίουλ ξανά-παρουσιάζεται ως η νηφάλια φωνή και, επί της ουσίας, το αντίπαλο δέος για τον Ερντογάν. Ο Γκιούλ κράτησε πιο μετριοπαθή στάση σε αρκετές περιπτώσεις στο παρελθόν, όταν τα συναισθήματα φαίνονταν να κατακυριεύουν τον Ερντογάν. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν η αντίδρασή του κατά τις διαδηλώσεις Γκεζί, η ασυμφωνία του με τις δηλώσεις Ερντογάν περι συνομωσιών, και τώρα με την απαγόρευση του Twitter.
Η ασυμφωνία Γκιούλ-Ερντογάν έρχεται να προστεθεί στη συζήτηση περί του μέλλοντος της κυβέρνησης ΑΚΡ. Είναι πιθανό, το ΑΚΡ να αντιλαμβάνεται πλέον τη ζημιά που προκαλεί ο Ερντογάν στην εικόνα του και την Τουρκία γενικότερα, παρά τη «θρησκευτική» πιστότητα που του έχουν δείξει μέχρι τώρα. Σε τέτοια περίπτωση, ο Γκιούλ παρουσιάζεται ως ο αντισταθμιστής της ανορθολογικότητας του Ερντογάν παίζοντας έτσι θετικό ρόλο για το κόμμα γενικότερα.
Δεδομένου λοιπόν ότι ακόμα και αν το ΑΚΡ επανεκλεγεί στις δημοτικές εκλογές της 30ης Μαρτίου θα είναι αποδυναμωμένο, η προώθηση του Γκίουλ στη θέση του Προεδρικού υποψηφίου στις επόμενες (πρώτες) απευθείας προεδρικές εκλογές, φαίνεται ως μια λογική κίνηση που ίσως να έβγαζε το ΑΚΡ από τη δύσκολη θέση – χωρίς όμως να το σώζει. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται επίσης λιγότερο πιθανόν το κόμμα να αλλάξει την πρόνοια του καταστατικού του που θα επιτρέψει στον Ερντογάν να είναι ξανά υποψήφιος για Πρωθυπουργός.
Ασχέτως του ποιος θα καταλήξει στην Προεδρική και Πρωθυπουργική θέση, φαίνεται ότι ο Ερντογάν είναι πλέον προσωπικά υπεύθυνος για τη χειροτέρευση της εικόνας και της δημοτικότητας του κόμματός του. Οι πολιτικές διεργασίες δείχνουν ότι αυτό έχει γίνει αντιληπτό από το κόμμα, το οποίο προσπαθεί να μετριάσει τις ζημιές. Σε κάθε περίπτωση, οι επόμενες εκλογές θα βρουν το ΑΚΡ ζημιωμένο και κάθε μέρα που ο Ερντογάν παραμένει στην εξουσία η κατάσταση χειροτερεύει, πρώτα για τον τουρκικό λαό και έπειτα για το ΑΚΡ. Ως συνέπεια, είναι σχεδόν σίγουρο ότι μεσοπρόθεσμα θα υπάρξουν κοινωνικές αλλά και πολιτικές αλλαγές.
Γράφει: Ζήνωνας Τζιάρρας