Η αποχώρηση της ελληνοκυπριακής πλευράς από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν είχε τα αποτελέσματα που επιδιώκαμε.
Οι πυθιακές δηλώσεις ξένων διπλωματών και του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ επικεντρώνονταν περισσότερο στην ανάγκη επανάληψης των συνομιλιών και καλούσαν τις δύο πλευρές να αποφεύγουν ενέργειες που προκαλούν ένταση. Δεν ευτυχήσαμε να ακούσουμε κάποιον, πέραν της Ελλάδας βέβαια, να καταδικάζει απερίφραστα τις τουρκικές προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ.
Αντίθετα μάλιστα, δεν θα ήταν διόλου υπερβολικό να ισχυριστεί κανείς ότι το αδιέξοδο στο οποίο εισήλθε το Κυπριακό ευνόησε την τουρκική πλευρά, η οποία βρήκε πρόσφορο έδαφος να εμφανίζεται ως υπέρμαχος μιας σύντομης λύσης κατηγορώντας τη δική μας πλευρά για παρελκυστική τακτική. Δυστυχώς, εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι οι διαμαρτυρίες μας δεν συνάντησαν ευήκοα ώτα. Είτε επειδή δεν ήμασταν αρκούντως πειστικοί είτε διότι η γεωπολιτική συγκυρία, με τον πόλεμο εναντίον των Τζιχαντιστών, καθιστά την Τουρκία χρήσιμη στη διεθνή κοινότητα. Είτε το ένα συμβαίνει είτε το άλλο, οφείλει η πολιτική μας ηγεσία να προβληματιστεί.
Είναι άδικο και ατυχές η τουρκική πλευρά, η οποία ουσιαστικά ευθύνεται για τη μη λύση του Κυπριακού, να καταφέρνει να στρέφει σ’ εμάς τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας όταν παροτρύνει τις δύο πλευρές να συνεχίσουν την προσπάθεια. Την ίδια στιγμή που η ίδια παρεμβάλει με κάθε τρόπο εμπόδια στη διαδικασία, προκαλώντας τη δικαιολογημένη αγανάκτισή μας. Αλλά δεν πρέπει ούτε στιγμή να ξεχνούμε ότι αυτός είναι ο στόχος της άλλης πλευράς: Να καταφέρει να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι για τη μη λύση ευθύνονται οι Ελληνοκύπριοι και ότι δεν γίνεται οι Τουρκοκύπριοι να παραμείνουν εσαεί σε απομόνωση.
Αν η διεθνής κοινότητα παραδεχθεί τον τουρκικό ισχυρισμό, θα πρέπει να προχωρήσει σε μέτρα άρσης της λεγόμενης «απομόνωσης» και το επόμενο βήμα είναι γνωστό: Αναγνώριση του δικαιώματος του ψευδοκράτους για απευθείας εμπόριο. Την ίδια στιγμή η Τουρκία στήνει υποδομές και προετοιμάζει την εξαρτώμενη από αυτήν νέα «Ταϊβάν» της Κύπρου...
Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της αναβάθμισης των κατεχομένων όχι με διπλωματικά εργαλεία αλλά δια του πρακτέου. Η υποδομή των κατεχομένων αναβαθμίζεται. Ο αγωγός νερού από την Τουρκία είναι έτοιμος να λειτουργήσει. Το οδικό τους δίκτυο έχει αναβαθμιστεί θεαματικά. Οι υποδομές της τουριστικής βιομηχανίας αυξάνονται και αναπτύσσονται με ραγδαίους ρυθμούς.
Την ίδια στιγμή, η κατοχή «αποενοχοποιείται» στην συνείδηση των απλών ανθρώπων μέρα με την ημέρα. Διεθνείς ταξιδιωτικές ιστοσελίδες διαφημίζουν ολοένα και περισσότερο το παράνομο αεροδρόμιο της Τύμβου. Αερογραμμές διεθνούς εμβέλειας όπως οι Emirates, η Lufthansa και άλλες διαφημίζουν πτήσεις τους από το ψευδοκράτος. Ιστοσελίδες βρετανικών πανεπιστημίων κύρους εμφανίζουν την Κύπρο στις κατηγορίες τους με την δυνατότητα να επιλέξει ο χρήστης αν προέρχεται από την «Ευρωπαϊκή Κύπρο» ή την «Μη-Ευρωπαϊκή».
Οι απαντήσεις σε όλα τα πιο πάνω δε μπορούν να εξαντληθούν σε καταγγελίες, διαβήματα, εμπάργκο και διαμαρτυρίες μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Το κυπριακό χρειάζεται άμεσα αλλαγή πορείας πλεύσης. Αλλαγή αντίληψης και ρηξικέλευθες προτάσεις για να ξεπεραστεί άμεσα το τέλμα και να ανατραπούν οι όποιες αρνητικές εντυπώσεις. Είναι πραγματικά αδιανόητο ο δικτατορικός Ερντογάν και ο εθνικιστής Έρογλου να βρίσκονται στο απυρόβλητο και να εμφανίζεται η δική μας πλευρά, δηλαδή η πλευρά η οποία επιδιώκει κύρια και πάνω απ’ όλα την λύση του προβλήματος ως η αρνητική.
Η πολιτική ηγεσία του τόπου έχει ευθύνη έναντι του λαού να βρει λύση του κυπριακού και όχι να βρεθούν ενωμένοι στη διαχείριση της άτυπης διχοτόμησης. Η αντιπολίτευση έχει ευθύνη να συμβάλει εποικοδομητικά με πράξεις και όχι με λόγια. Η ηγεσία της αριστεράς θα πρέπει επιτέλους να προχωρήσει πέρα από το σύνδρομο της αυτοδικαίωσης. Να αξιοποιήσει το ΑΚΕΛ τις επαφές του με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα ούτως ώστε να ασκηθεί πίεση στον Οζντίλ Ναμί, να διακόψει το γελοίο συμβόλαιο με την εταιρεία ιδιοκτήτη του Μπαρμπαρός.
Οι μεγαλοστομίες και οι λαϊκισμοί δε θα αφήσουν ελληνική γη στα παιδιά μας αλλά ένα ισχυρό αυτάρκες τούρκικο μόρφωμα, με πληθυσμό που θα αυξάνεται ραγδαία από τον ανεξέλεγκτο εποικισμό. Η μη λύση θα σημάνει την οριστική οικονομική κατάσχεση της Κύπρου από την Τουρκία, μέσα από ένα άνισο οικονομικό ανταγωνισμό, σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Με αυτό τον τρόπο θα καταφέρει η Τουρκία να θέσει υπό τον έλεγχό της την Κύπρο. Οδηγώντας την Κυπριακή Δημοκρατία σε οικονομικό μαρασμό και καθιστώντας τους Ελληνοκύπριους μειοψηφία.
Ο κίνδυνος αυτός μόνο μέσα από τη λύση του Κυπριακού μπορεί να αναχαιτιστεί. Μέσω του συντάγματος και των νόμων του κράτους, που θα διασφαλίσουν την μία κυριαρχία, διεθνή προσωπικότητα και ιθαγένεια της χώρας και θα δίνουν στην ομοσπονδιακή (κεντρική) κυβέρνηση την εξουσία να διαχειρίζεται την οικονομία και την εξωτερική πολιτική της χώρας, τερματίζοντας παράλληλα τον παράνομο εποικισμό.
Απαιτείται συνεπώς αλλαγή νοοτροπίας των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, ανασύνταξη και επαναβεβαίωση του στόχου και της στρατηγικής. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει άμεσα να αναστραφεί το αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί, να αναθερμανθούν οι σχέσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον διεθνή παράγοντα και ιδιαίτερα με τον ΟΗΕ και τις ΗΠΑ.
Η λύση του κυπριακού δε μπορεί να περιμένει ούτε την λήξη της νέας NAVTEX, ούτε την λήξη της προεκλογικής εκστρατείας στα κατεχόμενα. Η λύση του κυπριακού θα σημάνει την άρση της κατοχής και την αναχαίτιση των τετελεσμένων που δημιουργεί επί του εδάφους. Η λύση χρειάζεται πολιτική ηγεσία που να σκέφτεται τις επόμενες γενιές, όχι τις επόμενες εκλογές.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά πρέπει να επιστρέψει στις συνομιλίες το συντομότερο και να καταθέσει μία ολοκληρωμένη πρόταση που θα περιλαμβάνει την αξιοποίηση του φυσικού αερίου με παράλληλη κατάθεση ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την δημιουργία υποδομής για μεταφορά και διοχέτευση φυσικού αερίου σε ολόκληρη την Κύπρο. Αλλά πέρα και πάνω από αυτό θα πρέπει να καταθέσει, με πρακτικούς όρους, το όραμα για μια Κύπρο καλύτερη, για όλους της τους πολίτες, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένιους, Λατίνους. Αυτή η όμορφη πατρίδα που μας γέννησε αξίζει να ζήσει ένα καλύτερο μέλλον και πρέπει να διεκδικήσουμε αυτό το όραμα.
Γράφουν: Ξένια Κωνσταντίνου