Θυμάμαι όταν πρωτο-άνοιξαν τα οδοφράγματα έναν πολιτικό να στέκεται προ των πυλών τους, να ανεμίζει στο χέρι ένα χαρτί και να λέει με πονηρά σπινθηροβόλο βλέμμα:
«Αναγνωρίζω... (τα χείλη όσων παρακολουθούσαν είχαν ήδη αρχίσει να σχηματίζουν τα σύμφωνα ΠΡ...) τη δυνατότητα των πολιτών να μην αναγνωρίζουν κράτη». Τότε δεν πολυ-κατάλαβα τι εννοούσε. Τώρα, όπως κι εσύ, το νιώθω στο πετσί μου, και πολλές φορές το τρίβω νοητά στη μούρη πολλών που παριστάνουν τους πατριώτες.
Τι θέλω να σου πω με αυτό; Λοιπόν άκου: Όταν σε λίγα χρονάκια από τώρα θα γιορτάζουμε την επέτειο μιας ανεξάρτητης, διζωνικής, δικοινοτικής, ομόσπονδης χώρας, εσύ δεν θα έχεις ακόμα καταφέρει να παίξεις μπάλα στην ομάδα που θέλεις. Στο υπογράφω.
Και μη μου πεις ότι βασίζεις τις ελπίδες σου στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που θα συμφωνηθούν μεταξύ των δυο κοινοτήτων. Αυτά τα μέτρα δεν είναι για τις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων. Είναι για τα χαρτιά και τους διπλωμάτες. Αυτά δε θα αλλάξουν τα μυαλά των ανθρώπων γύρω σου. Αυτά, Μήτσο, να τα ακούς βερεσέ.
Δε θέλω να ακούω από εσένα ότι θα πραγματοποιήσεις το όνειρό σου «όταν βρεθεί μια λύση». Είσαι κι εσύ μέρος της λύσης, δεν το καταλαβαίνεις; Δεν μπορεί να μην το σκέφτηκες κι εσύ, ότι ακόμα κι αν βρεθεί μια λύση στα χαρτιά και κάνεις αυτό που γουστάρεις τότε, πάλι «προδότης» θα λογιέσαι για κείνους που θα μείνουν ανικανοποίητοι.
Ετούτοι ρε, δε σου αγριεύουν γιατί είναι πατριώτες, σου αγριεύουν γιατί είναι ρατσιστές. Κι ο τρόπος που το κάνουν –δε γίνεται, κι εσύ θα το βλέπεις- ξεδιπλώνει όλο τον φασισμό που κρύβουν μέσα τους. Αυτοί, ούτε σε μια ομόσπονδη Κύπρο θα θέλουν να έχεις σχέση με ο,τιδήποτε «ανθελληνικό», «αντι-πατριωτικό», και γενικώς αντίθετο από ό,τι εκείνοι υποστηρίζουν.
Τις προάλλες παρατήρησα ένα αγόρι να περνά στην άλλη πλευρά. Ήταν νωρίς το πρωί της Δευτέρας, το αγόρι κρατούσε το διαβατήριο στο χέρι και είχε μια βαλίτσα στην πλάτη. Πήγαινε στο σχολείο του. Αυτό το παιδάκι, Μήτσο, ξέρει ότι θα το πουν προδότη, ότι θα του αποδώσουν ονόματα στο σχολείο. Ξέρει ότι αυτό που κάνει δεν είναι για τους πολλούς. Σηκώνεται όμως κάθε πρωί και το παλεύει. Κι είναι μόλις 8 χρονών, ρε ‘συ!
Η «λύση» που ακούς στα νέα των οκτώ, αυτή η «βιώσιμη, δίκαιη και λειτουργική λύση» δεν είναι απλώς δυο υπογραφές στο ίδιο χαρτί. Είναι η κατοχύρωση και περιφρούρηση του δικαιώματός σου να παίζεις μπάλα όπου, όπως, και με όποιον θέλεις εσύ. Είναι η περιφρούρηση του δικαιώματος του μικρού να πηγαίνει σχολείο όπου θέλει, όσες νεκρές ζώνες κι αν πρέπει να διασχίζει.
Το δίλημμα μπροστά σου, Μήτσο, δεν είναι αν πρέπει τελικά να παίξεις μπάλα σε εκείνη την ομάδα ή όχι. Πρέπει τώρα πια να αποφασίσεις αν είσαι διατεθειμένος να μην αφήσεις το φασισμό τους να σε νικήσει. Να ΜΑΣ νικήσει, Μήτσο. Κι αυτό, θα το κάνεις... παίζοντας μπάλα. Παίξε μπάλα γι’ αυτό τον σκοπό, παίξε για ‘μένα, για τον μικρό που περνά κάθε μέρα απέναντι για να πάει στο σχολείο του, παίξε για την ειρήνη. Και μόνο τότε θα καταλάβεις τι σημαίνει στην πράξη αυτή η μπασταρδεμένη λέξη.
Κράτα γερά.
Γράφει: Χαρά Ζυμαρά