Είναι προφανές πως πλησιάζει η στιγμή του τελικού πάρε-δώσε στο Κυπριακό.
Σε αυτή την φάση της διαπραγμάτευσης, νοουμένου ότι θα στεφθεί με επιτυχία, είναι που θα οριστικοποιηθούν οι σημαντικές συγκλίσεις, που έχουν ήδη καταγραφεί, σε μια σειρά από κεφάλαια και θα υπάρξει συμφωνία στα κρίσιμα ζητήματα του εδαφικού, της εκ περιτροπής προεδρίας και των εγγυήσεων.
Η προσδοκία, ωστόσο, των Ηνωμένων Εθνών για δημοψήφισμα τον Μάρτιο είναι ανεδαφική. Εφόσον οι διαπραγματεύσεις ολοκληρωθούν με επιτυχία, ως πιθανότερη περίοδος διεξαγωγής των δημοψηφισμάτων προκύπτει το δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου. Είναι γεγονός πως και στις δύο κοινότητες ενισχύονται το τελευταίο διάστημα φωνές, που για διαφορετικούς λόγους, ζητούν όπως τα δημοψηφίσματα παραπεμφθούν για το Φθινόπωρο. Στην ελληνοκυπριακή κοινότητα, προκειμένου το πολιτικό προσωπικό του τόπου να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, στην τουρκοκυπριακή επειδή κάποιοι εκτιμούν πως η σθεναρή στάση του ΠτΔ σε μερικές πτυχές της διαπραγμάτευσης συναρτάται με την πίεση που δημιουργεί στην κυβερνώσα παράταξη του ΔΗΣΥ η επερχόμενη προεκλογική περίοδος.
Πρόκειται για μια εσφαλμένη αντίληψη. Η εμμονή της ελληνοκυπριακής πλευράς σε αυτά τα ζητήματα δεν υπηρετεί προεκλογικές σκοπιμότητες, αλλά αντανακλά τις γνήσιες ανησυχίες της πλειοψηφίας των Ελληνοκυπρίων. Τις οποίες ο ΠτΔ, ορθά πράττοντας, προβάλλει ως κόκκινες γραμμές στην διαπραγμάτευση. Η τουρκοκυπριακή πλευρά, καθώς και ο διεθνής παράγοντας οφείλουν να κατανοήσουν πως δεν πρόκειται να υπάρξει συμφωνία αν δεν αντιμετωπιστούν αυτές οι ανησυχίες.
Όλες οι δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν, το τελευταίο διάστημα, καταδεικνύουν με σαφήνεια ποια είναι τα κεφαλαιώδη ζητήματα για την ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη.
Πρώτο, η τροποποίηση της υφιστάμενης συνθήκης εγγυήσεως, ειδικότερα η κατάργηση των μονομερών επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας. Η συμφωνία δεν μπορεί να συντηρεί αποικιοκρατικά κατάλοιπα σε μια ανεξάρτητη χώρα, μέλος της ΕΕ. Η Τουρκία, προσβλέποντας στην ικανοποίηση άλλων στρατηγικών της επιδιώξεων, δείχνει να συμβιβάζεται με αυτή την ιδέα και εμφανίζεται έτοιμη να συζητήσει εναλλακτικές ρυθμίσεις. Οι Τουρκοκύπριοι, επικαλούμενοι την επώδυνη εμπειρία του παρελθόντος, εμφανίζονται άτεγκτοι. Μένει να αξιολογηθεί αν αυτή τους η στάση υπηρετεί την διαπραγματευτική τους τακτική. Πάντως, όλοι οφείλουν να γνωρίζουν πως, αν η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν ικανοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό σε αυτό το ζήτημα, η διαπραγματευτική διαδικασία θα οδηγηθεί σε κατάρρευση.
Δεύτερο, να διασφαλίζεται ο πλήρης σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών. Χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις με σαφείς και προκαθορισμένες μεταβατικές περιόδους σε ότι αφορά προσωρινές παρεκκλίσεις. Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη - και οι Τουρκοκύπριοι- φαίνεται πως αντιλαμβάνονται, πλέον, ότι μια σε μια χώρα – μέλος της ΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζονται οι ευρωπαϊκές αρχές και αξίες.
Τρίτο, να είναι ξεκάθαρα προσδιορισμένες οι αρμοδιότητες των πολιτειών, καθώς και αυτές της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Χωρίς ασάφειες και γκρίζες ζώνες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να είναι ισχυρή και η διαδικασία λήψης αποφάσεων σε ομοσπονδιακό επίπεδο να μην οδηγεί σε συνεχή αδιέξοδα. Κυρίως, όταν προκύπτουν διαφωνίες, να υπάρχουν μηχανισμοί επίλυσης των αδιεξόδων οι οποίοι θα αποτρέπουν την παράλυση του κράτους και την αποσταθεροποίηση της χώρας.
Τέταρτο, να υπάρξουν σαφείς, αξιόπιστες και διάφανες ρυθμίσεις για την επίλυση του περιουσιακού. Τα Ταμείο Ανοικοδόμησης και Αποζημιώσεων θα πρέπει να διαθέτει τους απαραίτητους πόρους που θα διασφαλίζουν πως είναι εφικτή η καταβολή του μέρους εκείνου της αποζημίωσης που θα δοθεί σε χρηματική μορφή. Να μπορεί να εγγυηθεί πως η ανταλλαγή περιουσιών θα γίνει με διάφανες διαδικασίες, στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων. Οι διοικητικές δομές που θα συσταθούν να είναι τέτοιες που να πείθουν πως είναι εφικτή η ολοκλήρωση της εξέτασης της συντριπτικής πλειοψηφίας των υποθέσεων σε χρονικό διάστημα που δεν θα υπερβαίνει τους δεκαοκτώ μήνες.
Πέμπτο, να διασφαλιστεί πως οι δημογραφικές αναλογίες στο νησί δεν θα επηρεαστούν από την ανεξέλεγκτη είσοδο υπηκόων τρίτων χωρών στην Κύπρο, της Τουρκίας περιλαμβανομένης. Ότι οι πολιτικές που σχετίζονται με την χορήγηση ιθαγένεια και την μετανάστευση θα εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Έκτο, να κατοχυρώνεται ότι αν στο μέλλον εμφανιστούν, ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους, αποσχιστικές τάσεις να μην υπάρχουν, από άποψη διεθνούς δικαίου, νομικά επιχειρήματα που να στηρίζουν την απόσχιση και την αναγνώριση ξεχωριστής τουρκοκυπριακής κρατικής οντότητας.
Έβδομο, οι εδαφικές αναπροσαρμογές να προνοούν για την υπαγωγή σε ελληνοκυπριακή διοίκηση των εδαφών που, τουλάχιστον, περιλαμβάνονταν στον χάρτη του σχεδίου Ανάν. Και, ασφαλώς, να ισχύσουν ειδικές ρυθμίσεις για τα τέσσερα χωριά της Καρπασίας.
Η συνολική ικανοποίηση των προαναφερθέντων συνιστά προϋπόθεση για την αποδοχή της συμφωνίας από τους Ελληνοκυπρίους. Στη βάση των όσων προκύπτουν, ως πληροφόρηση από την διαπραγματευτική διαδικασία, φαίνεται πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Μένει, ωστόσο, να αποτυπωθούν και στο τελικό κείμενο της συμφωνίας.
TaskForce για τον προγραμματισμό της «επόμενης μέρας»
Η κυβέρνηση είναι επιφορτισμένη, πέραν της διαπραγμάτευσης, με μια επιπλέον ευθύνη. Κρίσιμης σημασίας για την έκβαση του δημοψηφίσματος. Να διαμορφώσει ένα σαφές και λεπτομερές σχέδιο το οποίο να διαλαμβάνει για όλες τις απαραίτητες ενέργειες που θα εγγυώνται την ομαλή μετάβαση του κράτους και των θεσμών του στην νέα κατάσταση πραγμάτων.
Το οποίο θα πληροφορεί τους πολίτες για όλες τις αλλαγές που αναμένεται να επιφέρει η λύση στην ζωή τους. Σε σχέση με την καθημερινότητα τους, καθώς και την επαγγελματική προοπτική όσων σχετίζονται βιοποριστικά με το δημόσιο τομέα. Επιπλέον, η ύπαρξη ολοκληρωμένου προγραμματισμού θα πείσει τους πολίτες ότι δεν θα βρεθούν, με την έγκριση της συμφωνίας, ενώπιον μιας άναρχης κατάστασης πραγμάτων η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε παράγοντα αποσταθεροποίησης του Ομοσπονδιακού Κράτους. Αυτή είναι η μεγαλύτερη, άλλωστε, ανησυχία των Ελληνοκυπρίων. Ότι συνεπεία επιπλοκών στην λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα προκληθεί αστάθεια η οποία θα διαμορφώσει απειλές, ακόμη και κατά της ασφάλειας της ζωής τους. Ας μην υποτιμήσει η κυβέρνηση αυτή την διάσταση. Ούτε και να αναμένει την οριστικοποίηση μιας συμφωνίας για να προχωρήσει στην συγκρότηση ενός taskforce για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτού του project.
Γράφει: Σώτος Κτωρής