Τον γνώρισα λίγα χρόνια μετά το δημοψήφισμα.
Οι μνήμες και το τραύμα του 2004 ήταν ακόμα νωπά. Η ευκαιρία να γνωριστούμε ήταν ένα δικοινοτικό εξαήμερο νέων παιδιών. Τρεις μέρες στην Κερύνεια και τρεις στην Πάφο. Θυμάμαι η σύζυγος του ήταν συντονίστρια της ομάδας των τουρκοκύπριων παιδιών και εγώ των ελληνοκυπρίων. Περάσαμε αρκετές ώρες μαζί, συζητώντας για την κατάσταση στην Κύπρο και καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως η λύση του κυπριακού ήταν τώρα πιο μακριά από ποτέ.
Καφενεία
Γενικά ήταν θλιμμένος. Ήπιαμε πολλούς καφέδες στα καφενεία της Πάφου, μου έκανε εντύπωση που οι μεγαλύτεροι σε ηλικία θαμώνες των καφενείων τον αναγνώριζαν και αναζητούσαν να ακούσουν τις απόψεις του. Μιλούσε κυπριακά, ωραία κυπριακά ανακατεύοντας συχνά λέξεις τούρκικες, ελληνικές και αγγλικές. Εξηγούσε γιατί θα μας πάρει χρόνια να ξαναδούμε το κυπριακό μπροστά σε λύση. Είχε δίκιο. Περισσότερο όμως σε εκείνα τα καφενεία παρατηρούσα τον ίδιο, την έλξη που ασκούσε στους συνομιλητές του. Τον άκουγαν με προσοχή, ακόμα και αν διαφωνούσαν μαζί του.
Καλαμπούρια
Παρά την θλίψη που κυριαρχούσε στις κουβέντες μας, σύντομα διαπίστωσα ότι είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο που χρειαζόταν το γέλιο. Ανταλλάσσαμε παροιμίες, μια στην ελληνική μια στην τουρκική και ξεκαρδιζόταν στα γέλια με ιστορίες και ανέκδοτα. Γελούσε φωναχτά. Λάθος, γελούσε λεμεσιανά. Αυτό ήταν. Γελούσε με την καρδιά του πριν μας καταβάλει και πάλι η θλίψη. “Αχ ρε Παναγιώτη μου, ύστερα που το μπαϊράμι ήρτε τζιο Χασάνης”, μονολογούσε την παροιμία που του θύμισα λίγο πριν.
Και αρχαία
Επισκεφθήκαμε μαζί τις ανασκαφές που γινόντουσαν εκείνη την περίοδο στην Πάφο. Ένα μεγαλοπρεπές αρχαίο θέατρο ερχόταν στην επιφάνεια από τα χέρια μιας ομάδας αυστραλών αρχαιολόγων. Άκουγε με προσοχή τους αρχαιολόγους να μας αφηγούνται την ιστορία του τόπου μας. Ειρωνία, θα σκέφτηκε. Περιδιάβασε στον χώρο, άγγιζε τα μνημεία, καθόταν στο χώμα και πάντα σου άφηνε την ίδια αίσθηση: ήταν σπίτι του. Δεν ήταν ένας τουρκοκύπριος πολιτικός που περνούσε λίγες μέρες με τους ελληνοκύπριους. Ήταν ένας με όλους εμάς. Κυπραίος.
Χαθήκαμε
Πέρασαν σχεδόν δέκα χρόνια από εκείνες τις μέρες στην Κερύνεια και στην Πάφο. Κατά καιρούς παρακολουθούσα την δράση του, τις απόψεις του για το κυπριακό, την ανάγκη να επανενώσουμε τον τόπο ενόσω οι ρίζες είναι ακόμα στο χώμα. Τον άκουσα πρόσφατα και σε μια ομιλία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Τον συνόδευε ακόμα η θλίψη αλλά και το γέλιο. Η απογοήτευση αλλά και η σπίθα. Τι κράτησα; Αυτήν τη σπίθα που έβλεπες στα λόγια του καθώς μιλούσε για την Κύπρο. Μια σπίθα που καίει στο πρόσωπο του εδώ και δεκαετίες. Στο χέρι ολονών μας είναι. Είτε θα την σβήσουμε είτε θα την κάνουμε τη φλόγα που θα επανενώσει τον τόπο.
Πάμε Μουσταφά!
Γράφει: Παναγιώτης Σταυρινίδης