Τραπεζίτες, δύο χρόνια μετά: Μα κανένας φυλακή σιόρ; Του Παναγιώτη Σταυρινίδη

 


 

stavrinidesbanks

Να ξεκινήσω με μια παραδοχή και με μια πεποίθηση:

Η προφανής παραδοχή είναι ότι ελάχιστες είναι οι νομικές μου γνώσεις. Μια γενική όμως αίσθηση του δικαίου θεωρώ ότι μπορώ να την έχω, όπως και ο περισσότερος κόσμος. Όσο για την πεποίθησή μου, αυτή είναι ενάντια στα λαϊκά δικαστήρια. Γι’ αυτό άλλωστε έχουμε (υποτίθεται) κανονικά δικαστήρια σε ένα (εξίσου υποτίθεται) ευνομούμενο κράτος.

Για να μην αποφασίζει ο όχλος

Αλλά να αποφασίζει η δικαιοσύνη που εάν δεν κάνω λάθος όλοι υποστηρίζουν την αναγκαιότητα αυτή να απονέμεται γρήγορα, δίκαια και αναλογικά. Αλλιώς παύει να αποτελεί δικαιοσύνη και λειτουργεί προσχηματικά καταδικάζοντας περιστασιακά παραβάσεις όπως μια ληστεία σε φούρνο ή στην καλύτερη καμιά ληστεία τράπεζας.

Ειρωνεία

Παλιότερα όταν ακούγαμε για ληστείες τραπεζών σκεφτόμασταν ανθρώπους που μπούκαραν στα υποκαταστήματα και έκλεβαν όσα προλάβαιναν πριν τους πάρει στο κατόπι η αστυνομία. Όχι πια. Γιατί εδώ και δυο χρόνια όταν ακούς τον κόσμο να μιλά για την ληστεία των τραπεζών, έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι. Και δεν είναι μόνο το κούρεμα. Είναι κυρίως η αίσθηση ότι καμιά δεκαριά αλήτες με κοστούμια έβγαλαν δισεκατομμύρια προτού κάνουν θρύψαλα τον γυάλινο πύργο της Λαϊκής (να ζήσουμε να τη θυμόμαστε) και πριν ακρωτηριάσουν τις υπόλοιπες τράπεζες.

Μα ούτε ένας σιόρ;

Σοβαρά τώρα, άλλο είναι να μην επιθυμείς λαϊκά δικαστήρια και είναι εντελώς διαφορετικό να παίρνουν έναν ολόκληρο λαό για μαλάκα. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Δύο χρόνια μετά, έχουμε συμπολίτες μας να ζουν από τα κοινωνικά παντοπωλεία, άλλους να περιμένουν ακόμα την Ελάχιστη Εγγυημένη Κοροϊδία, έχουμε χιλιάδες ανέργους και άλλους τόσους που φοβούνται μην τους πάρουν το σπίτι, αλλά δεν είδαμε ούτε έναν τραπεζίτη φυλακή.

Μήπως τελικά όντως είμαστε;

Μαλάκες. Τι άλλο. Γιατί πως αλλιώς να το εξηγήσεις στον άνεργο, στον συνταξιούχο και στις λεγόμενες ευάλωτες ομάδες (λες και είναι ομάδες ποδοσφαίρου). Ότι μισθοί κόπηκαν και το κατάπιαμε, ότι συντάξεις κουτσουρεύτηκαν και το δεχτήκαμε, ότι το “δίχτυ προστασίας” εξαφανίστηκε και το ξεχάσαμε, αλλά κανένας τραπεζίτης δεν ευθύνεται για όλα αυτά. Α ναι, ξέχασα, εμείς φταίμε που ζούσαμε όλοι σε επαύλεις, η στετέ μου φταίει που έπαιρνε πασχαλινό επίδομα, ο φτωχός ο μετανάστης που έφευγε κατατρεγμένος να μην τον καθαρίσει κανένας παρανοϊκός δικτάτορας, και φυσικά έφταιγαν και οι Τουρκοκύπριοι που μπούκαραν στα νοσοκομεία μας. Εν ολίγοις αυτά. Και η προηγούμενη κυβέρνηση που δεν έπαιρνε μέτρα.

Πολύ καλά

Και οι τραπεζίτες; Ο κόσμος ο πολύς δεν ζούσε σε επάυλεις, η στετέ μου πέθανε, οι μετανάστες χάθηκαν, οι Τουρκοκύπριοι επέστρεψαν στα ψευδονοσοκομεία τους και η προηγούμενη κυβέρνηση άλλαξε με την τωρινή. Τι δεν άλλαξε; Το ότι μια χούφτα αλήτες με κοστούμια που ήταν “οι καλύτεροι τραπεζίτες στον κόσμο” έστειλαν την οικονομία στα τάρταρα και κανένας από αυτούς δεν απολογήθηκε, κανένας από αυτούς δεν επέστρεψε ούτε ένα ευρώ και φυσικά κανένας από αυτούς ακόμα δεν καταδικάστηκε.

Τι καλά.

Γράφει: Παναγιώτης Σταυρινίδης



Φωτογραφία της ημέρας

puppuupa

Λίβερπουλ, Ηνωμένο Βασίλειο: Φίλαθλοι κοιτούν τα αφιερώματα που έχουν γραφτεί σε τοίχο μνήμης για τον Ντιόγκο Ζότα κοντά στο στάδιο Άνφιλντ. Phil Noble/Reuters

Ήξερες ότι...

Το πιο ακριβές ρολόι σε όλο τον κόσμο είναι το ατομικό χρονόμετρο NBS6, το οποίο έχει μέγιστη παρέκκλιση ένα δευτερόλεπτο κάθε 300 χιλιάδες χρόνια!

Newsletter

Σήμερα


Πέμπτη
10
Ιουλίου
2025

Γιορτάζουν : Αμαλία

48 π.Χ.
Στη μάχη του Δυρραχίου, ο Ιούλιος Καίσαρας αποφεύγει την καταστροφή του στρατεύματός του από τον Πομπήιο.
1913
Μετά τη ραγδαία προέλαση του Ελληνικού Στρατού (Ι Μεραρχία) καταλαμβάνονται τα στενά της Κρέσνας μέσα στο βουλγαρικό έδαφος (Β Βαλκανικός Πόλεμος).
1920
Οι ελληνικές δυνάμεις (Μεραρχία Σμύρνης) με ραγδαία προέλαση στην Ανατολική Θράκη φτάνουν στην Αρκαδιούπολη.
1921
Ξεκινούν τα γεγονότα της Ματωμένης Κυριακής του Μπέλφαστ, όπου σε διάστημα 4 ημερών 22 άτομα σκοτώθηκαν (τα 16 από αυτά κατά την πρώτη ημέρα των επισοδείων), 70 τραυματίστηκαν και 200 σπίτια κατατράφηκαν στην πόλη της Βορείου Ιρλανδίας, μετά από συγκρούσεις μεταξύ καθολικών και προτεσταντών.