Στις 19 Σεπτεμβρίου 2016 το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ψήφισε με πλειοψηφία υπέρ της στήριξης της συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Καναδά (CETA).
Σύμφωνα με δημοσιεύματα ασκήθηκε τρομερή πίεση στο κόμμα και τα μέλη της ηγεσίας του να στηρίξουν τη συμφωνία. Ο ηγέτης του κόμματος Σίγκμαρ Γκάμπριελ ελπίζει πως έτσι θα βελτιώσει τις πιθανότητες του κόμματος του να ανεβάσει τα ποσοστά του στις επερχόμενες εκλογές. Οι ομάδες συμφερόντων που άσκησαν την πίεση ελπίζουν πως θα εγκλωβίσουν τη γερμανική κυβέρνηση στην στήριξη της συμφωνίας και θα κάμψουν την αντίσταση των λαών ενάντια στις ούτω καλούμενες «νέες μορφές συμφωνιών ελευθέρου εμπορίου».
Oι συμφωνίες αυτές δεν στοχεύουν στη μείωση των εμπορικών δασμών μεταξύ των μελών τους. Έτσι κι αλλιώς οι δασμοί μεταξύ Καναδά και ΕΕ δεν ξεπερνούν το 3% παρα μόνο στα γεωργικά προϊόντα. Στόχος των συμφωνιών αυτών είναι η δυνατότητα μείωσης των «μη-δασμολογικών εμποδίων». Με λίγα λόγια η απορρύθμιση της αγοράς και η διάλυση κάθε ίχνους προστασίας των εργαζομένων και η ακύρωση των προτύπων για το περιβάλλον και τα τρόφιμα. Τέτοιου είδους συμφωνία ήταν η ΤΤΙΡ (συμφωνία ελευθέρου εμπορίου ΕΕ-ΗΠΑ), αλλά και η NAFTA (συμφωνία ελευθέρου εμπορίου μεταξύ Καναδά, ΗΠΑ και Μεξικού). Οι λαοί της ΕΕ είπαν όχι στην ΤΤΙΡ με δυναμικό τρόπο. Σε όλη την Ευρώπη διοργανώθηκαν διαδηλώσεις με μεγαλύτερη εκείνη του Βερολίνου το 2015. 250.000 άτομα συμμετείχαν αναγκάζοντας ακόμα και τη γερμανική κυβέρνηση να πάρει αποστάσεις από τη συμφωνία.
Τώρα η Επιτροπή και το Συμβούλιο προσπαθούν να επαναφέρουν την ΤΤΙΡ από την πίσω πόρτα μέσω της CETA. Όπως και στην ΤΤΙΡ η συμφωνία προνοεί ενα εξωδικαστικό μηχανισμό επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κράτους , το λεγόμενο Investor to State Dispute Settlement (ISDS). Σε αυτό τον Μηχανισμό δεν συμμετέχουν ούτε εκλεγμένοι εκπρόσωποι του λαού, αλλά ούτε και διορισμένοι δικαστές. Αντίθετα επιλέγονται ιδιώτες, πολλές φορές εκλεκτοί των πολυεθνικών, να αποφασίσουν για το μέλλον των λαών σε κλειστές αίθουσες. Καταστρατηγείται η ίδια η Δημοκρατία αφού πολυεθνικές εταιρείες θα μπορούν μέσω του ISDS να αμφισβητούν αποφάσεις των κυρίαρχων Κρατών διεκδικώντας αποζημιώσεις, όταν πρόκειται να επηρεαστούν αρνητικά τα κέρδη τους. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που η ενορχηστρωμένη επίθεση των επενδυτών ενάντια στην Αργεντινή και τη Βενεζουέλα έγινε μέσω ενός παρόμοιου μοντέλου.
Οι κυρίαρχοι οικονομικοί κύκλοι της ΕΕ μας οδηγούν στην απόλυτη κυριαρχία της αγοράς. Τα εργασιακά δικαιώματα και η εργατική νομοθεσία θα αναθεωρούνται πλέον με τρόπο που να «προσελκύουν επενδυτές», συμπιέζοντας μισθούς και δικαιώματα. Επίσης οι προδιαγραφές περιβαλλοντικής προστασίας και τα πρότυπα για την ασφάλεια των καταναλωτών και της δημόσιας υγείας (όπως για παράδειγμα η απαγόρευση γενετικά μεταλλαγμένου βοδινού, αλλά και μεταλλαγμένων γεωργικών προϊόντων) θα συμπιεστούν δραστικά προς τα κάτω.
Ως Αριστερά σταθήκαμε μαζί με τις οργανώσεις των εργαζομένων και τα κοινωνικά κινήματα απέναντι στην ΤΤΙΡ, και κερδίσαμε πολλές μάχες. Έτσι θα σταθούμε και ενάντια στη CETA, αλλά και κάθε CETA, είτε αυτή γίνεται με τις ΗΠΑ, τον Καναδά, ή άλλες χώρες. Οι συμφωνίες αυτές ακρωτηριάζουν την κυριαρχία των κρατών, τη δημοκρατία, και τα δικαιώματα των εργαζομένων και των πολιτών. Θα μας βρίσκουν συνεχώς απέναντι τους. Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε με συνέπεια υπέρ της ενίσχυσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων και του κοινωνικού κράτους. Υπέρ των λαών και των εργαζομένων, ενάντια στα συμφέροντα των πολυεθνικών.
Γράφει: Νεοκλής Συλικιώτης