Τον Μάρτιο του 1960 o Στέλιος Καζαντζίδης, στο απόγειο της δόξας του, ηχογραφούσε 6 τραγούδια με τουρκικούς στίχους.
Αποδίδοντάς τα με τη σπηλαιώδη φωνή του, τα εκτόξευσε στους ουρανούς της επιτυχίας. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, είχε πραγματοποιήσει την πρώτη του παράσταση εκτός ελληνικών συνόρων …στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, τραγούδησε στο νυχτερινό κέντρο «Σεχραζάτ», αφήνοντας εξαιρετικές εντυπώσεις. Πληροφορίες φέρουν τον δημοφιλή ερμηνευτή να συναντιέται και να ανταλλάσσει φιλοφρονήσεις με τον εξίσου δημοφιλή (στην Τουρκία)και διάσημο για τις παρενδυτικές του τάσεις Zekki Muren.Ο Muren είχε τραγουδήσει ένα από τα «τούρκικα» τραγούδια του Καζαντζίδη πριν απ’ αυτόν: το Bekledim de Gelmedin (Σε περίμενα, μα δεν ήρθες) «Σε περίμενα να’ρθείς, πως σε λάτρευα να δείς,με το δάκρυ μ’ άφησες, διόλου δεν μ΄αγάπησες…» .Κάπως έτσι μεταφράζεται στα ελληνικά το ρεφραίν του τραγουδιού αυτού, που εκφράζει τις παναθρώπινες και διαχρονικές αγωνίες του έρωτα. Το «Μπεκλεντίν» είχε και μια άλλη σημειολογία. Ο Καζαντζίδης, γόνος προσφύγων από την Ιωνία, τραγουδούσε ένα τραγούδι γραμμένο από τον γεννημένο στη Δράμα το 1900 (τότε, πριν την ανταλλαγή πληθυσμών) Τούρκο συνθέτη Yesari Arsim Ersoy.
Ποιος ήταν άραγε ο άνεμος που φύσηξε κι έσμιξε έτσι των καλλιτεχνών τις ζωές; Τότε, στις αρχές του 60, η Ελλάδα και η Τουρκία διήγαν μια περίοδο του μέλιτος, η οποία βασίστηκε κυρίως πάνω στην επιτυχή τους συνεννόηση για επίλυση του «Κυπριακού ζητήματος», με τη δημιουργία του Κυπριακού κράτους. Η δισκογραφική εταιρεία Columbia που είχε άκρες σε καλλιτέχνες και στις δύο χώρες προφανώς διείδε τις δυνατότητες που διανοίγονταν και τις προώθησε. Το δε φιλόμουσο κοινό και στις δυο πλευρές του Αιγαίου ήταν έτοιμο να τις αγκαλιάσει. Η συνεργασία συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια. Το 1961 ο Καζαντζίδης τραγούδησε διασκευή του Manolia του Ζεκί Μουρέν σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Tο 1962 ξαναεπισκέφθηκε τηνΤουρκία για μια μεγαλειώδη συναυλία που παρακολούθησαν περισσότεροι Τούρκοι παρά Έλληνες. Εκεί πραγματοποίησε μια ανεπανάληπτη συμβολική πράξη: αδελφοποιήθηκε πάνω στη σκηνή με τον Τούρκο Ιτσίκ, γιο υπουργού και φιλέλληνα, κόβοντας τις φλέβες τους και ενώνοντας το αίμα που έρεε απ’ αυτές!
Την ίδια χρονιά, το 1962, επισκέφθηκε την Τουρκία και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος… Εκεί συζήτησε μεταξύ άλλων τα προβλήματα που έθεταν εμπόδια στη λειτουργία του νεοϊδρυθέντος κυπριακού κράτους και έπλητταν τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων. Τον επόμενο χρόνο, ο Κύπριος Πρόεδρος υπέβαλε 13 σημεία για μετατροπή του Συντάγματος, τα οποία δεν αποδέχτηκε η τουρκική πλευρά. Οι διακοινοτικές ταραχές που ακολούθησαν οδήγησαν τους Τουρκοκύπριους στους θύλακες. Εκεί, στους θύλακες, μέσα στους οποίους συνωστίστηκαν οι Τουρκοκύπριοι, το «Μπεκλεντίν», αυτό το τραγούδι για τις «παναθρώπινες αγωνίες του έρωτα», απόκτησε ένα άλλο νόημα. Άτομα που έζησαν τότε καταμαρτυρούν ότι το τραγούδι χρησιμοποιείτο σκόπιμα από τους Ελληνοκύπριους για να ειρωνευτούν τον ανεκπλήρωτο πόθο των Τουρκοκυπρίων «για τον σωτήριο ερχομό της Τουρκίας»: «Σε περίμενα να’ρθείς, πως σε λάτρευα να δείς,με το δάκρυ μ’ άφησες, διόλου δεν μ΄αγάπησες…»
Μέχρι το 1965, ο Στελλάρας είχε απηυδήσει με τον κόσμο της νύκτας. Οι δε σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας επιδεινωθήκαν λόγω της κρίσης στην Κύπρο. Κάθε χώρα (και οι αντίστοιχες κοινότητες στη μεγαλόνησο) επεξεργάζονταν τα εναλλακτικά τους σενάρια. Ο Καζαντζίδης, πριν αποχωρήσει από τα νυκτερινά μαγαζιά πρόλαβε να ερμηνεύσει το «Η Κύπρος είναι Ελληνική» σε στίχους του Κώστα Βίρβου: «η Κύπρος είναι ελληνική κι όλη Ελλάδα την πονά, θέλουν δεν θέλουν σύντομα θα μας την δώσουνε ξανά». Καμιά δισκογραφική εταιρεία δεν έκρινε σκόπιμη την προώθηση του εν λόγω τραγουδιού στο τουρκικό κοινό. Εν τω μεταξύ, στην Κύπρο οι Τουρκοκύπριοι βρήκαν την απάντηση τους στον άτυπο πόλεμο των τραγουδιών. Στο άκουσμα του «Μπεκλεντίν» εξέπεμπαν ένα άλλο τουρκικό τραγούδι (κι αυτό ερωτικό): “Bir gece ansizin gelebilerim” (Μπορεί ναρθώ ξαφνικά ένα βράδυ). Δεν είναι βέβαιο αν όσοι βρίσκονταν στην αντίπερα πλευρά των οδοφραγμάτων κατάλαβαν την μεταφορά που έκρυβε. Κι αν την κατάλαβαν, σίγουρα δεν την πήραν σοβαρά…
Γράφει: Μάριος Επαμεινώνδας