Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων.
Εδώ και χιλιάδες χρόνια έχουν την ευθύνη και την τιμή να δίνουν τα εφόδια στις επόμενες γενεές για να επιβιώσουν, να φανούν χρήσιμοι στην κοινωνία ή ακόμη και να ηγηθούν. Γενικά υπήρξαν και υπάρχουν δύο τρόποι διδασκαλίας. Ο πρώτος είναι η εξατομικευμένη διδασκαλία. Για παράδειγμα στην αρχαιότητα επιλέγονταν μορφωμένοι σκλάβοι να μορφώσουν τα παιδιά των πλουσίων. Σε κάποιους άλλους πολιτισμούς ο σκοπός της μόρφωσης ήταν η εκμάθηση κάποιας τέχνης, όπου ο δάσκαλος ήταν ο έμπειρος τεχνίτης. Με την εξέλιξη των πολιτισμών υπήρξε και ευρύτερη ανάγκη μάθησης και έτσι άρχισε να διαδίδεται ο δεύτερος τρόπος διδασκαλίας, αυτός που εμπλέκει μία ομάδα μαθητών. Η κάθε κοινωνία ανάλογα με τις ανάγκες της, δίνει έμφαση και προσαρμόζει το εκπαιδευτικό της σύστημα. Στην Αρχαία Αθήνα για παράδειγμα ο στόχος της εκπαίδευσης ήταν η ολόπλευρη ανάπτυξη του ατόμου ενώ στην Αρχαία Σπάρτη η έμφαση ήταν στη στρατιωτική εκπαίδευση. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα η έμφαση ήταν στη θρησκεία ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες τον 21ο αιώνα κυριαρχούν η γνώση του αντικειμένου και οι δεξιότητες (Houston, 2009).
Ένα εκπαιδευτικό σύστημα αποτελείται και επηρεάζεται από διαφόρους ενδιαφερόμενους φορείς, κάποιους περισσότερο και άλλους λιγότερο: εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς, κυβέρνηση, πολιτικούς, επιθεωρητές, ακαδημαϊκούς, φοιτητές, ΜΜΕ, οργανωμένα σύνολα, εκκλησία, κοινοτικά/δημοτικά συμβούλια κ.ά. Όλοι συντείνουν στην εκπαίδευση είτε με την ενεργή τους συμμετοχή στη μαθησιακή διαδικασία, είτε με τις αποφάσεις τους, είτε με τη στάση τους. Παρόλα αυτά, οι εκπαιδευτικοί προβάλλονται ως οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για οποιαδήποτε αποτυχία ή ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, η κυπριακή κοινωνία βομβαρδίζεται από τα ΜΜΕ με αρνητικές ειδήσεις για τους εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί παρουσιάζονται ως υπέρ προνομιούχοι οι οποίοι δεν επιτελούν σωστά το έργο τους. Σκοπός του παρόντος κειμένου δεν είναι να απαντηθούν οι βομβαρδισμοί αλλά κάποια άλλα καίρια ερωτήματα. Πώς επηρεάζουν την κοινή γνώμη αυτοί οι συχνοί αφορισμοί; Πώς επηρεάζει η κοινή γνώμη τη μαθησιακή διαδικασία και το εκπαιδευτικό σύστημα του τόπου;
Σε έρευνά του, το Varkey GEMS Foundation (2013) μελέτησε 21 χώρες (οι οποίες έλαβαν μέρος και στην έρευνα PISA) για να αξιολογήσει τον βαθμό στον οποίο οι εκπαιδευτικοί τυγχάνουν σεβασμού και πώς επηρεάζεται το εκπαιδευτικό σύστημα της κάθε χώρας. Αν και δεν εντοπίστηκε κάποια συσχέτιση του σεβασμού στο πρόσωπο των εκπαιδευτικών με τα αποτελέσματα της PISA, εντοπίστηκε σημαντική συσχέτιση με την επιλογή του επαγγέλματος. Δηλαδή, όσο μεγαλύτερου σεβασμού τυγχάνει το επάγγελμα τόσο πιο πιθανό είναι ένα άτομο να το ακολουθήσει. Παρόμοια συμπεράσματα έχουν εξάγει και οι McKinsey & Company (2007) στην έρευνά τους "How the world's best performing school systems come out on top". Συγκεκριμένα αναφέρουν πως η επιλογή του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού εξαρτάται περισσότερο από τον τρόπο επιλογής και εκπαίδευσης των επίδοξων εκπαιδευτικών, τον αρχικό μισθό και το κύρος του επαγγέλματος.
Ζούμε σε μια εποχή όπου η ανεργία είναι στα ύψη. Τα επόμενα χρόνια για κάθε κενή θέση εκπαιδευτικού θα υπάρχουν εκατοντάδες υποψήφιοι και ελάχιστες πιθανότητες εργοδότησης. Ταυτόχρονα, η καθημερινότητα των εκπαιδευτικών έχει γίνει αρκετά πιο δύσκολη με την αύξηση της παραβατικότητας και τις συνεχείς αλλαγές εκπαιδευτικής πολιτικής, τις οποίες καλούνται να εφαρμόσουν. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την ισοπεδωτική στάση των ΜΜΕ και διαφόρων δημοσίων προσώπων, επηρεάζουν αρνητικά τους άριστους νέους μας που πιθανόν να επιλέξουν άλλα, πιο αξιοσέβαστα επαγγέλματα. Σύμφωνα με την έκθεση του δικτύου Ευρυδίκη για το Επάγγελμα του εκπαιδευτικού στην Ευρώπη: Πρακτικές, αντιλήψεις και πολιτικές (2015) σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες το επάγγελμα του εκπαιδευτικού έχει χάσει τη δύναμή του να ελκύει τους καλύτερους αποφοίτους. Συνεχίζοντας η έκθεση αποδίδει αυτό το πρόβλημα σε τρεις παράγοντες: υποβάθμιση του κύρους του επαγγέλματος, επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών των εκπαιδευτικών και τον σχετικά χαμηλό μισθό σε σχέση με άλλα ανάλογα επαγγέλματα. Η έκθεση μάλιστα αναφέρει και πως περίπου 12 χώρες έχουν εφαρμόσει ή αυτή τη στιγμή εφαρμόζουν εκστρατείες ενδυνάμωσης και ενίσχυσης της εικόνας και του κύρους του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού.
Στην Κύπρο, δυστυχώς, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το κύρος του επαγγέλματος έχει διασυρθεί από τα ΜΜΕ και διάφορες δημόσιες τοποθετήσεις δημοσίων προσώπων οι οποίοι είτε ηθελημένα είτε άθελά τους στρέφουν την κοινή γνώμη ενάντια στους εκπαιδευτικούς, χωρίς να αναλογιστούν τις επιπτώσεις στην παιδεία του τόπου. Αν οι εκπαιδευτικοί δεν τυγχάνουν σεβασμού από την κοινωνία, η διαχείριση της πειθαρχίας στην τάξη γίνεται πιο δύσκολη, οι γονείς δεν ενισχύουν την προσπάθειά τους και οι πιο ικανοί απόφοιτοι δεν επιλέγουν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού (Varkey, 2013). Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο πλέον όπου ασκείται κριτική για χάρη της κριτικής, όπου προτού καλά καλά δοκιμαστεί μια αλλαγή κρίνεται αποτυχημένη, όπου με το που θα δεις τον τίτλο της είδησης γνωρίζεις πως για άλλη μια φορά, η κασέτα, θα παίξει το ίδιο "γνώριμο" απαξιωτικό τραγούδι.
Είναι καιρός οι πολίτες αυτού του τόπου να αρχίσουν να στέκονται κριτικά απέναντι σε αυτά που ακούνε και διαβάζουν. Σίγουρα ο σεβασμός κερδίζεται και δε δίνεται. Για να ξημερώσει όμως πρέπει να φανεί η πρώτη ηλιαχτίδα, πρέπει να αφαιρέσουμε αυτό το μαύρο πέπλο και με θετική διάθεση να δουλέψουμε ΟΛΟΙ για ένα καλύτερο αύριο.
Οι εκπαιδευτικοί δεν επιζητούν δακρύβρεχτα λόγια εκτίμησης ή λευκή επιταγή εμπιστοσύνης από την κοινωνία. Εκείνο που ζητούν είναι επιτέλους να ξεφύγουμε από τον ατέρμονο κύκλο της κριτικής που οδηγεί στην αποδόμηση του έργου τους και στην υποβάθμιση της Παιδείας.
Γράφει: Λεωνίδας Χατζηλοΐζου