Πέντε χρόνια μετά την τελευταία επίσκεψή του στις Βρυξέλλες τον Ιανουάριο του 2009, ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέστρεψε στην έδρα της ΕΕ στις 21 και 22 Γενάρη του 2014.
Συνοδευόμενος από πολυμελή αντιπροσωπεία που περιελάμβανε και τον Υπουργό ΕΕ Μεβλούτ Τσαβούσογλου, τον υπουργό Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, τους αναπληρωτές πρωθυπουργούς Μπεσίρ Αταλάι και Εμρουλάχ Ισλέρ, τον υπουργό Οικονομίας Νιχάτ Ζεϊμπεκτσί και τον υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού Ομέρ Τσελίκ, ώστε να συναντηθεί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΕ Χέρμαν Βαν Ρομπέι, τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτζ.
Οι συνομιλίες επικεντρώθηκαν στο μέλλον της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, εν μέσω αυξανόμενων επικρίσεων εναντίον της για τις πρόσφατες ενέργειες της κυβέρνησης να περιορίσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, τη χρήση του διαδικτύου καθώς και την ελευθερία της έκφρασης. Η ΕΕ έχει κάνει διάφορες δηλώσεις καλώντας την τουρκική κυβέρνηση να μην περιορίσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης μέσω μιας αμφιλεγόμενης πρόσφατης αλλαγής σε καίρια ανώτατα δικαστικά όργανα.
Η ανταπόκριση της Τουρκίας στο αίτημα της ΕΕ υπήρξε τουλάχιστον μη σοβαρή κατά καιρούς. Ο Πρωθυπουργός Ερντογάν υποστήριξε ότι η συνεχιζόμενη διαφθορά και η παράνομη οργάνωση που καταβροχθίζει τους υπουργούς του, είναι απλά ένα κόλπο που έχει στηθεί από μια «παράνομη συμμορία» που ο ίδιος περιγράφει ως ένα «παρακράτος» με επικεφαλής τον Φετουλάχ Γκιουλέν, έναν κληρικό αυτοεξόριστο στις ΗΠΑ. Οι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν καταστήσει σαφές ότι τέτοιου είδους ρητορικές δεν έχουν καμία βαρύτητα στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με τον Αχμέτ Νταβούτογλου, η ΕΕ πρέπει να ανοίξει τα διαπραγματευτικά Κεφάλαια 23 και 24, προκειμένου να οικοδομηθούν σχέσεις πάνω σε ισχυρότερες βάσεις. Ισχυρίζεται ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να συζητήσει θέματα δικαστικής ανεξαρτησίας, υπογραμμίζει ωστόσο ότι «υπάρχει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και των πολιτικών προτιμήσεων της εκτελεστικής εξουσίας». Διευκρινίζοντας λοιπόν πως το εκτελεστικό σώμα έχει το δικαίωμα να διεξάγει τις δικές του πολιτικές και πως η δικαστική εξουσία μπορεί να ελέγξει τη συμμόρφωση των εν λόγω πολιτικών με το νόμο, αλλά το HSYK (το Ανώτατο Συμβούλιο δικαστών και Εισαγγελέων) δεν μπορεί να μετατραπεί σε έναν μηχανισμό που ασκεί πίεση στο δικαστικό σώμα. Σε περίπτωση που αυτό έρχεται σε αντίθεση με το κεκτημένο της ΕΕ, η Τουρκία είναι έτοιμη να προβεί σε περαιτέρω συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά προς το παρόν τα κεφάλαια για τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και του κράτους δικαίου, που αποτελούν βασικά κεφάλαια για την περαιτέρω προώθηση των διαπραγματεύσεων, έχουν μπλοκαριστεί από τη Δημοκρατία της Κύπρου.
Εν τω μεταξύ, ο Τούρκος υπουργός ΕΕ Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πιέζει για ένα χρονοδιάγραμμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ώστε να αυξήσει την πιθανότητα μιας ταχύτερης ολοκλήρωσης της όλης διαδικασίας.
Αυτό καταδεικνύει σαφώς τη σοβαρότητα της δέσμευσης της Τουρκίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά την αυτοανακηρυχθείσα επιθυμία της να ενταχθεί στην ΕΕ, ο Τούρκος αρχηγός του κράτους σπάνια επισκέπτεται την έδρα της Ένωσης, στην οποία η Τουρκία επιθυμεί να προσχωρήσει. Η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης που είναι μία από τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ, υποτιμάται και χρησιμοποιείται ως πιόνι στην εσωτερική πολιτική. Η ταχύτητα με την οποία οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις μπορούν να προχωρήσουν συνδέεται με την κατάρτιση ενός χρονοδιαγράμματος και όχι με την ανάγκη να συνεχίσουν ή να ολοκληρωθούν οι συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις. Όλα αυτά καταλήγουν σε ένα ερώτημα: Έχει η Τουρκία ειλικρινείς προθέσεις ως προς την ένταξή της στην ΕΕ ή η ΕΕ αποτελεί απλώς άλλο ένα «τέχνασμα» για την Τουρκία ;
Γράφει: Κυριάκος Τριανταφυλλίδης