Δεν μπορεί να είναι η ουσία το παρελθόν, οι ευθύνες της κατοχής, όταν μάλιστα προβάλλονται ως προϋπόθεση για να μην προχωρούμε σε προσπάθειες αναίρεσης της. Ούτε μπορεί να είναι μόνο το δίκαιο, από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε πως η διεθνής πολιτική λειτουργεί στη βάση συμφερόντων. Αλλά η ανάκτηση όσο το δυνατόν περισσοτέρων από αυτά που χάσαμε ως αποτέλεσμα ενός πολέμου στον οποίο ηττηθήκαμε.
Στο Κυριακάτικο άρθρο του ο Φιλελεύθερος με τίτλο «Αγγίζοντας την ουσία», αποφαίνεται πως «το Κυπριακό δεν έχει λυθεί γιατί δεν αντιμετωπίσθηκε στη σωστή του βάση κι αυτό είναι κεφαλαιώδες για την αντιμετώπισή του, την πορεία και ασφαλώς τη διαχείριση».
Το Κυπριακό (παρατηρεί) «δεν το έχουν δημιουργήσει οι Κύπριοι … αλλά η Τουρκία και ξένοι παράγοντες… Συνεπώς δεν πρόκειται να λυθεί… αν δεν αντιμετωπιστεί η ουσία του προβλήματος, που είναι η συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή… Τα υπόλοιπα θα μπορούν στην πορεία να συζητηθούν.» Για να καταλήξει: «Μόνο αφελείς θεωρούν πως το Κυπριακό θα λυθεί εάν οι δύο κοινότητες συμφωνήσουν στα θέματα διακυβέρνησης» ή όσοι «εντός (εδώ αφήνει και την απαραίτητη νότα μειοδοσίας) και εκτός Κύπρου, (θέλουν), για τα δικά τους συμφέροντα, να μην αγγίξουν την Τουρκία. Γι' αυτό και για 41 χρόνια την έχουν αφήσει στο απυρόβλητο...».
Δεν υπάρχει λογικός άνθρωπος που δεν αναγνωρίζει ότι για τη λύση του Κυπριακού απαιτείται η συναίνεση της Τουρκίας. Αν οδηγηθούμε σε έναν συμβιβασμό θα είναι γιατί η Τουρκία θα θεωρησει ότι κάτι τέτοιο εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά της συμφέροντα. Όπως, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η λύση προϋποθέτει την άρση της τουρκικής κατοχής. Πως, όμως, αυτή η διαπίστωση αγγίζει την ουσία; Πως αίρονται τα αποτελέσματα της κατοχής με την από μέρους μας αναγνώριση των τουρκικών ευθυνών; Θέτοντας ως προϋπόθεση για να μπούμε σε συζητήσεις, την άρση της κατοχής; Πως η συνειδητοποίηση ότι το Κυπριακό είναι θέμα εισβολής καθορίζει την αντιμετώπιση και διαχείριση του; Αν θεωρούμε ότι η Τουρκία παίζει παιχνίδι εντυπώσεων τότε πως, αν όχι αναγκάζοντας την να τοποθετηθεί επί της ουσίας, δημιουργούμε προϋποθέσεις ξεκαθαρίσματος και παρεμβάσεων προς αυτήν (αν είναι εφικτό); Αν πάλι θεωρούμε ότι η Τουρκία επιθυμεί διευθέτηση του Κυπριακού ώστε να συμμετάσχει και αυτή ενεργά στο παιχνίδι της ενέργειας, τότε τι καλύτερη ευκαιρία από αυτή που μας προσφέρεται σήμερα για να προχωρήσουμε σε λύση; Αυτό δεν είναι που υποτίθεται θέλαμε και επιδιώκαμε τόσο καιρό; Να πειστεί η Τουρκία προς μια διευθέτηση μέσω της οποίας θα αναστρέφονται τα δεδομένα που δημιούργησε η εισβολή;
Προφανώς και το παρελθόν μπορεί να είναι κεφαλαιώδες ως προς την διαχείριση του μέλλοντος. Οδηγός για μη επανάληψη των ίδιων λαθών. Εδώ οδηγηθήκαμε όμως επειδή επιλέξαμε να αφήσουμε την Τουρκία στο απυρόβλητο, να μην την καταγγέλλουμε, ή επειδή επιλέξαμε να κάνουμε μόνο αυτό; Αφήνοντας στο περιθώριο το πως πλησιάζουμε στο στόχο της λύσης; Επειδή δεν προβάλαμε αρκούντως ικανοποιητικά τις ευθύνες της ή επειδή τα διεθνή συμφέροντα δεν συναινούσαν σε μακροχρόνια επιβολή κυρώσεων (στην οποία αρχικά επενδύσαμε) και από ένα σημείο και μετά κατέστη ένας από τους σημαντικότερους διεθνής παίκτες και ένας από τους μεγαλύτερους αγοραστές; Επειδή υπήρξαμε ηττοπαθείς ή επειδή ποτέ δεν αντιληφθήκαμε το βάρος της χώρας στη διεθνή σκακιέρα; Πως τα τετελεσμένα στο πεδίο της μάχης, μόνο μερικώς και με συμβιβασμό αίρονται στο πεδίο της διπλωματίας; Οι εκ του σύνεγγυς, η 8η Ιουλίου ήταν εμπόδια για την Τουρκία ή της άνοιγαν δρόμους;
Το άρθρο θα άγγιζε την ουσία, αν ο Φιλελεύθερος προέτασσε το επιχείρημα ότι αφού σήμερα οι συγκυρίες δεν μας ευνοούν θα πρέπει να περιμένουμε. Αντιπαραβάλλοντας στα δεδομένα ρίσκα και τα όποια πιθανά κέρδη η εφημερίδα θεωρεί πως δυνατόν να πετύχουμε. Ή ότι το σημερινό status quo- ακόμα κι αν σημαίνει οριστική διαίρεση- είναι καλύτερο από μια επώδυνη λύση. Να γίνει ένας διάλογος. Δεν προτάσσει όμως κάτι τέτοιο ο Φιλελεύθερος. Στηρίζει την όσο το δυνατόν γρηγορότερη λύση, αλλά υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αναμένουμε η Τουρκία να φύγει για να συζητήσουμε. Την υλοποίηση ενός στόχου με μια πολιτική που καθιστά την επίτευξη του αδύνατη. Χαρακτηρίζοντας όσους διαφωνούν αφελείς. Τι όμως είναι πιο αφελές από το να θεωρείς ότι μια ομιλία στην έδρα των Η.Ε. παρέχει την ευκαιρία να βάλεις στο σκαμνί την Τουρκία; Ενώ αποδέχεσαι ότι η πολιτική είναι θέμα συμφερόντων, αναγνωρίζεις τα γεωγραφικά δεδομένα, να αναμένεις ότι η διεθνής κοινότητα θα τα παραγνωρίσει για χάρη του δικαίου;
Το άρθρο αποδεικνύει ότι η λεγόμενη ρεαλιστική σχολή όπως θέλει να αυτοαποκαλείται στην ουσία κάνει αυτό που κατηγορεί τους υπόλοιπους. Αρνείται να αγγίξει την ουσία. Διότι η ουσία βρίσκεται σε όλα αυτά που το άρθρο αγνοεί. Που είναι η επόμενη μέρα: Πως ξεπερνιόνται οι ανησυχίες. Πως κτίζεται η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Πως επιτυγχάνεται η επίλυση του προβλήματος.
Δεν μπορεί να είναι η ουσία το παρελθόν, οι ευθύνες της κατοχής, όταν μάλιστα προβάλλονται ως προϋπόθεση για να μην προχωρούμε σε προσπάθειες αναίρεσης της. Ούτε μπορεί να είναι μόνο το δίκαιο, από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε πως η διεθνής πολιτική λειτουργεί στη βάση συμφερόντων. Αλλά η ανάκτηση όσο το δυνατόν περισσοτέρων από αυτά που χάσαμε ως αποτέλεσμα ενός πολέμου στον οποίο ηττηθήκαμε. Εάν η λύση είναι καλύτερη από τη μη λύση. Αν η πάροδος του χρόνου λειτουργεί υπέρ ή εναντίον μας. Μόνο αν δούμε όσα χρόνια αγνοούμε, θα αγγίξουμε την ουσία του Κυπριακού. Ίσως αγγίξουμε και την επίλυσή του.
Δημοσιεύθηκε και στον Πολίτη της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου