Η κρίση στην παιδεία μας είναι μόνιμη.
Αφορά τόσο τους γενικότερους της προσανατολισμούς όσο και τις προτεραιότητές της. Η κρίση προσανατολισμών δεν είναι είναι άσχετη με το άλυτο πρόβλημα του Κυπριακού και τη συναφή συγκρότηση του πολίτη που θέλουμε για τον τόπο αυτό. Η κρίση προτεραιοτήτων, εκτός από την πιο πάνω διάσταση, έχει και μια κοινωνικο-οικονομική διάσταση. Μέχρι σήμερα δεν είναι σαφές αν θέλουμε πολίτη για μια κοινωνία και οικονομία γνώσης ή μια κοινωνία υπηρεσιών—συνήθως υπηρεσιών ευκαιρίας ανά εποχή. Χωρίς λύση των κρίσεων αυτών, η κρίση που βιώνουμε τις μέρες αυτές θα επανέρχεται συχνά, κάθε φορά που μια νέα κυβέρνηση θα επιχειρεί αλλαγές στην παιδεία που θα δημιουργούν υποψίες σε αντιπάλους της ότι θα στρέψει την κοινωνική ανάπτυξη, δια της παιδείας, προς ανεπιθύμητες γι αυτούς κατευθύνσεις ή θα τους στερήσει δικαιώματα οι δυνατότητες για να τις μεταφέρει σε άλλες κοινωνικές ομάδες.
Εδώ δεν θα ασχοληθώ με τα μεγάλα αυτά θέματα. Θα επικεντρωθώ στην πρόσφατη κρίση με την υπόθεση ότι, τουλάχιστον, όλοι συμφωνούμε σε δύο βασικούς στόχους. Πρώτον, ότι όλοι οι απόφοιτοι των σχολείων μας πρέπει να έχουν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τις γνώσεις και τις δεξιότητες ανάλυσης και λύσης προβλημάτων που προδιαγράφουν τα αναλυτικά προγράμματα όλων των μαθημάτων, από την προδημοτική μέχρι το λύκειο. Δεύτερον, ότι ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα στη διαχείριση των περιορισμένων εθνικών μας πόρων. Προτείνω έξοδο από την κρίση μέσα από μια διαδικασία που μπορεί να επιτύχει και την αναγκαία εθνική συναίνεση, αλλά και τη διαμόρφωση των πολιτικών που θα επιτρέψουν την επίτευξη των στόχων αυτών. Η πρότασή έχει ως εξής:
1. Δημιουργία ad hoc εθνικού συμβουλίου παιδείας για διαμόρφωση εθνικά αποδεχτού πλαισίου μεταμόρφωσης της παιδείας σε δύο βασικούς άξονες:
(α) Ο πρώτος αφορά στην βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης σε διάφορους κρίσιμους τομείς. Πιο κρίσιμος από όλους είναι η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών, κυρίως της μέσης εκπαίδευσης (ΜΕ). Στην Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο ουδείς σπουδάζει για να γίνει εκπαιδευτικός ΜΕ. Η πολιτεία οφείλει να προδιαγράψει την επιστημονική συγκρότηση που πρέπει να έχουν οι επίδοξοι εκπαιδευτικοί και τα πανεπιστήμια να αναπτύξουν τα σχετικά προγράμματα. Οι ενδοϋπηρεσιακές επιμορφώσεις δεν αρκούν. Επίσης, στον άξονα αυτό πρέπει να υπάρχουν προτάσεις για ενσωμάτωση ορθών πολιτικών που διαμορφώθηκαν κατά καιρούς αλλά εγκαταλήφθηκαν από την παρούσα κυβέρνηση, επιτείνοντας την κρίση εμπιστοσύνης που τρέφει την κρίση.
(β) Ο δεύτερος άξονας αφορά τα οικονομικά και την αποτεσματικότητα της εκπαίδευσης και βασίζεται στην καθολική παραδοχή ότι και σπατάλες γίνονται και μεγάλες στρεβλώσεις υπάρχουν από συσσωρευμένα λάθη δεκαετιών. Ως προς τον άξονα αυτό, το ad hoc εθνικό συμβούλιο παιδείας πρέπει να προτείνει μέτρα για νοικοκύρεμα σε διάφορους τομείς που θα συνδυάζουν την εξοικονόμηση με τη βελτίωση της παιδείας. Αναφέρω ως παράδειγμα τον μεγάλο αριθμό βοηθών διευθυντών της ΜΕ (περίπου ένας στους τέσσερεις καθηγητές) που είναι πολύ περισσότεροι από όσοι χρειάζονται για τη διοίκηση των σχολείων. Η κατάργηση θέσεων βοηθών διεθυντών πρέπει να συνδυαστεί με την εισαγωγή ενός νέου συγκροτημένου συστήματος αξιολόγησης, προαγωγών και μισθολογικών αυξήσεων που θα διορθώνει μια πολύ στρεβλή κατάσταση που αυξάνει δαπάνες και διορισμούς χωρίς να προσφέρει πολλά στην ποιότητα της παιδείας.
2. Το συμβούλιο αυτό πρέπει να δώσει τις προτάσεις του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μέσα σε 6 μήνες, το πολύ.
3. Αυτές πρέπει να αναχθούν σε εθνικό πλαίσιο που δεσμεύει όλους για μια δεκαετία. Πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλο μερος του προβλήματος είναι η συνεχής αστάθεια και οι από κυβέρνηση σε κυβέρνηση η από υπουργό σε υπουργό μεταβολή πολιτικής και προτεραιοτήτων
Όταν συμφωνήσουμε σε αυτά μπορούμε ίσως να συγκλίνουμε και στα πιο μεγάλα θέματα που αναφέρθηκαν στην αρχή. Ή μπορούμε να ελπίσουμε ότι οι αυριανοί πολίτες που θα βγουν από ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα θα λύσουν, αύριο, και τα προβλήματα καλύτερα από εμάς.
Γράφει: Ανδρέας Δημητρίου