Ενδιαφέροντα και σημαντικά τα όσα καταγράφει ο Γενικός Ελεγκτής για το ζήτημα της χρησιμοποίησης του αεροπλάνου του Σαουδάραβα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όχι μόνο.
Τόσο σοβαρά που δεν μπορούν να περνούν απαρατήρητα, ειδικά όταν έχουν να κάνουν με τον πρώτο τη τάξει πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να μένει ασχολίαστο το γεγονός ότι για τη ναύλωση του αεροσκάφους δεν τηρήθηκαν οι διαδικασίες που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις. Δεν μπορεί να αφήνεται ασχολίαστη η διαπίστωση του Γενικού Ελεγκτή ότι δεν έπρεπε να είχαν παραχωρηθεί υπηκοότητες στον Σαουδάραβα και την οικογένειά του. Όπως δεν μπορεί να περνά απαρατήρητη η παραδοχή του Προέδρου -την οποία έκαμε μετά από πολλούς μήνες σιωπής- ότι όντως χρησιμοποίησε το εν λόγω αεροσκάφος για τις οικογενειακές του διακοπές στις Σεϋχέλλες.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως είναι η εξήγηση που δίνει ο Πρόεδρος για το πώς τελικά προέκυψε να χρησιμοποιήσει το αεροπλάνο. Αυτό συνέβη -όπως δηλώνει ο Πρόεδρος- όταν ο Σαουδάραβας φίλος του κ. Αναστασιάδη διαπίστωσε ότι ο Πρόεδρος θα έκανε διακοπές στις Σεϋχέλλες κι αφού συνέπεσε κι ο ίδιος να πήγαινε κατ’ εκεί, τον πήρε μαζί του! Δηλαδή, σε ελεύθερη μετάφραση, μπορεί να λεχθεί ότι ο Πρόεδρος ταξίδεψε στις Σεϋχέλλες με… οτοστόπ ή στην προκείμενη περίπτωση, με… plane stop.
Για όλα αυτά τα ζητήματα, όπως και για διάφορα άλλα, Προεδρικό και ΔΗΣΥ πανηγύρισαν επειδή, είπαν, δικαιώθηκε ο Πρόεδρος. Πώς όμως δικαιώθηκε ο Πρόεδρος; Πώς μπορεί η μη τήρηση των διαδικασιών για τις δημόσιες συμβάσεις να είναι δικαίωση; Πώς μπορεί η παραβίαση κριτηρίων και κανόνων να είναι δικαίωση; Πώς μπορεί η δωροληψία να θεωρείται αποδεκτή;
Οι κυβερνώντες επικαλούνται διάφορες δικαιολογίες για να προσπεράσουν και να κλείσουν εσπευσμένα τα ζητήματα που προκύπτουν από την Έκθεση. Δηλώνουν δικαιωμένοι μεν, αλλά την ίδια ώρα βιάστηκαν να σφυρίξουν τη λήξη της συζήτησης του θέματος, γιατί δεν τους βολεύει. Έτσι κάνουν πάντα. Όταν ένα θέμα δεν τους είναι βολικό, οι κυβερνώντες, εκμεταλλευόμενοι την υπεροπλία τους στα ΜΜΕ, το κλείνουν. Στο συγκεκριμένο ζήτημα, όμως, υπάρχουν πολλά θέματα που θα μπορούσαν να εγερθούν για τα οποία οι κυβερνώντες δύσκολα θα εύρισκαν απαντήσεις.
Μια πολύ ενοχλητική ερώτηση θα ήταν, για παράδειγμα, η εξής: πώς γίνεται ο Πρόεδρος να έχει υποχρεώσει τους υπουργούς του να υπογράψουν Χάρτα Δεοντολογίας η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει πρόνοια που απαγορεύει τη δωροληψία αξίας άνω των εκατό πενήντα ευρώ, και ο Πρόεδρος να έχει δεχθεί δώρο πολύ μεγαλύτερης αξίας;
Το γεγονός ότι οι κυβερνώντες όχι μόνο αποφεύγουν να απαντήσουν αλλά προσπαθούν να βγουν και από πάνω αποδεικνύει ότι η πολιτική ηθική και δεοντολογία της κυβέρνησης είναι ελλειμματική.
Η ηθική και η δεοντολογία είναι τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή μας. Γίνεται ακόμα πιο σημαντική, όταν έχουμε να κάνουμε με την πολιτική και με όσους διαχειρίζονται εξουσία και δημόσιο χρήμα. Οι αποφάσεις όλων αυτών πρέπει να καθοδηγούνται από τη δέσμευση να υπηρετούν το δημόσιο καλό, χωρίς ιδιοτέλεια ή και εξυπηρέτηση του όποιου προσωπικού οφέλους. Προφανώς αυτό είχε υπόψη του ο Ν. Αναστασιάδης όταν έβαζε τους υπουργούς του να υπογράφουν τη Χάρτα Δεοντολογίας. Ήθελε να τους δεσμεύσει, αλλά και να στείλει το μήνυμα προς την κοινωνία ότι θα είναι αμείλικτος σε φαινόμενα ιδιοτέλειας και διαφθοράς.
Στη συνέχεια, βέβαια, αποδείχθηκε κι αυτό μια άνευ περιεχομένου δέσμευση. Τα θέματα με τον Σαουδάραβα φίλο του, αλλά και πολλά άλλα που συχνά βλέπουν το φως της δημοσιότητας στον εγχώριο και διεθνή Τύπο και αφορούν τον Πρόεδρο, τον περίγυρό του και την κυβέρνησή του, κάθε άλλο παρά εναρμονίζονται με την προεδρική Χάρτα. Την κονιορτοποιούν!
Ο Πρόεδρος καλείται να διερωτηθεί ποια είναι τα μηνύματα που στέλλονται προς την κοινωνία με τέτοιες συμπεριφορές. Καλείται να διερωτηθεί πώς η κοινωνία προσλαμβάνει το γεγονός ότι η κυβέρνησή του έχει πολύ χαλαρή αντίληψη για την ηθική, τη δεοντολογία, τη συνέπεια σε αρχές που επικαλείται.
Καλείται ο Πρόεδρος να προβληματιστεί πόσο κακό κάνει στην πολιτική, τους πολιτικούς και τη σχέση τους με την κοινωνία -σχέση ήδη πολύ βεβαρημένη- η διάσταση και η απόκλιση μεταξύ δεσμεύσεων και πράξεων. Με όσα κάνει η κυβέρνηση απλά ενισχύει την απαξίωση για την πολιτική και την αποστροφή των πολιτών από αυτή.
Διερωτόμαστε: Μήπως τελικά αυτός είναι ο στόχος, έτσι που να διαιωνίζει μια συγκεκριμένη κάστα την εξουσία της; Αυτό φαντάζει πολύ Μακιαβελικό, αλλά πόσο εύκολο είναι κανείς να απορρίψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχοντας υπόψη πώς πολιτεύεται η κυβέρνηση;