Ξεκινώ καταθέτοντας δύο διαπιστώσεις.
Η πρώτη είναι ότι το πολιτικό και κομματικό σύστημα της Κύπρου (αλλά όχι μόνο της Κύπρου για να μην νομίζουμε ότι αποτελούμε μια παγκόσμια εξαίρεση) έχει εγγενείς και επίκτητες παθογένειες και προβλήματα. Η δεύτερη θέση/διαπίστωση είναι ότι οι πλείστες εισηγήσεις που γίνονται για βελτίωση των παθογενειών του πολιτικού μας συστήματος είναι συζητήσιμες (δεν απορρίπτονται a priori), αλλά και ότι οι προτείνοντες εμφορούνται από καλές προθέσεις, με την έννοια της προσπάθειας διόρθωσης των κακώς εχόντων.
Έχοντας πει αυτά δεν σημαίνει ότι όλες οι προτάσεις είναι ορθές, ή εφαρμόσιμες. Και προφανώς η ορθότητα, ή μη, μιας επιλογής/πρότασης δεν αφορά στη γνώμη ενός παντογνώστη, ενός αλάθητου, αλλά υπόκειται στη βάσανο της θεωρητικής και εμπειρικής τεκμηρίωσης/επαλήθευσης/διάψευσης. Στόχος της παρέμβασης αυτής δεν είναι να συζητήσει όλες τις πτυχές του θέματος, πράγμα αδύνατον στα πλαίσια ενός τέτοιου άρθρου. Και ειδικότερα δεν υπεισέρχομαι στις τεχνικές λεπτομέρειες του ζητήματος, ή σε ζητήματα όπως το ότι ένα κόμμα θα μπορεί οργανωμένα να επεμβαίνει και να καθορίζει τους εκλεγέντες ενός άλλου κόμματος. Θα παραμείνω σε πιο γενικά ζητήματα που άπτονται της φιλοσοφίας της πρότασης αυτής.
Ως μελετητής με ειδικότητα τα πολιτικά και κομματικά συστήματα, έχω την άποψη ότι η εισήγηση περί οριζόντιας ψηφοφορίας που διατυπώνεται από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, αλλά και πολίτες εδράζεται, κυρίως (όχι μόνο βέβαια), σε μια έκφραση θυμικού (αγανάκτησης, θυμού, λύπης, απελπισίας) ως προς την υφιστάμενη λειτουργία του πολιτικού και (εσω)κομματικού συστήματος, χωρίς να αποτελεί θεραπεία για τα ουσιαστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το σύστημα μας. Ενώ ξεκινά από μια ορθή διαπίστωση που αφορά στην προβληματική λειτουργία του θεσμικού μας οικοδομήματος, προχωρά διατυπώνοντας λανθασμένες υποθέσεις ως προς τα πραγματικά αίτια των προβλημάτων και, κυρίως, ως προς τις μεθόδους και τρόπους επίλυσης των προβλημάτων αυτών.
Κατ’ αρχήν δεν έχει υποδειχτεί σε ποιο άλλο μέρος του κόσμου λειτουργεί ένα τέτοιο σύστημα, με ποιο τρόπο και με ποια αποτελέσματα. Η Αυστραλία, στην οποία έγινε επίκληση, είναι ένα πολύ πιο πολύπλοκο σύστημα με ψήφους σειράς προτίμησης, που βασίζεται, όμως, στις μονές εκλογικές περιφέρειες, όπως στην Αγγλία, και άρα δεν είναι συγκρίσιμο με το κυπριακό. Κυρίως, όμως, δεν έχει υποδειχθεί πως αυτό το σύστημα (οριζόντια ψήφος) με τον τρόπο που λειτουργεί σε όποια χώρα και αν λειτουργεί, έχει οδηγήσει σε βελτίωση των παθογενειών των κομματικών συστημάτων (πελατειακές σχέσεις, διαπλοκή, οικονομικές κρίσεις, κτλ.). Είναι μια πρόταση που απομονώνει εντελώς λανθασμένα το εκλογικό σύστημα από το ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο το εκλογικό σύστημα βρίσκει εφαρμογή και αποδίδει μάλιστα στο (συγκεκριμένο) εκλογικό σύστημα μεσσιανικές ιδιότητες επίλυσης προβλημάτων. Μήπως στις χώρες στις οποίες γίνεται επίκληση δεν έχουν σκάνδαλα, διαφθορά, αντιδημοκρατικές τάσεις και πολλά άλλα;
Κατά δεύτερον, θεωρώ ότι αναλύει τα δεδομένα λες και η Κύπρος είναι μια αυτόνομη και αυτάρκης παρουσία στο παγκόσμιο. Λες και δεν είμαστε μέλος μιας σειράς διεθνών και περιφερειακών οργανισμών και ειδικότερα της ΕΕ. Η τελευταία βάζει τέτοιους περιορισμούς στην λειτουργία και αυτόνομη δράση των πολιτικών δρώντων/φορέων και ειδικά των πολιτικών κομμάτων, απαιτεί τέτοια επίπεδα ομογενοποίησης πολιτικών προγραμμάτων, σε σημείο που δεν αφήνει περιθώριο εφαρμογής πολιτικών που εκφεύγουν ενός συγκεκριμένου (νεοφιλελεύθερου) πλαισίου. Αυτό, όμως, δημιουργεί μια αλυσίδα συνεπειών: έχει αρνητική επίδραση στη δυνατότητα εφαρμογής πολιτικών προτάσεων, που με τη σειρά του επιδρά και εδραιώνει αντιλήψεις «όλοι είναι το ίδιο», καθώς και στα επίπεδα εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς θεσμούς, ιδιαιτέρως τους εθνικούς.
Κυρίως, όμως, παραγνωρίζει το γεγονός ότι το πολιτικό και κομματικό μας σύστημα -όπως και της πλειοψηφίας των χωρών του κόσμου- λειτουργεί στα πλαίσια ενός ευρύτερου κοινωνικοοικονομικού συστήματος, του καπιταλισμού, το οποίο βασίζεται στο κέρδος με κάθε θυσία (άρα και παραλείψεις και παρεκβάσεις «επιτρέπονται»), στην ολοένα και περαιτέρω ελευθεροποίηση και μη έλεγχο των «αγορών» (άρα περιορίζεται ο ρόλος της πολιτικής). Είναι αδύνατον σε ένα σύστημα στο οποίο τα παράθυρα παράκαμψης είναι πολλαπλάσια των δυνατοτήτων περιορισμών να πιστεύεις ότι μπορείς να αλλάξεις κατά τρόπο ριζικό, φαινόμενα που είναι εγγενή στο σύστημα, όσο καλή προαίρεση και να έχεις.
Από εκεί και πέρα, το πλέον σημαντικό είναι η διαφοροποίηση της λογικής στην οποία βασίζεται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία: τη συλλογική εκπροσώπηση συμφερόντων μέσω ενδιάμεσων συλλογικοτήτων (πολιτικών κομμάτων, συντεχνιών, κυβερνήσεων, κτλ.). Με την συγκεκριμένη πρόταση η εκπροσώπηση καθίσταται ατομικό προνόμιο, συνήθως ατόμων με μεγάλη οικονομική επιφάνεια και πρόσβαση στα ΜΜΕ. Στην ουσία, ενώ παρουσιάζεται ως πρόταση αναδημιουργίας της πολιτικής, αποτελεί πρόταση κατάργηση της και επιστροφής στο παρελθόν με τα κόμματα ελίτ του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα. Φαινόμενα που υποθετικά ανήκουν σε μια άλλη εποχή.
Με όσα έχω αναφέρει δεν υπονοώ ότι δεν υπάρχουν προβλήματα στο πολιτικό και κομματικό μας σύστημα. Γενικά και ειδικά. Η λύση, όμως, δεν μπορεί να είναι η κατάργηση της πολιτικής ως τέτοιας, αλλά η λήψη εκείνων των μέτρων που θα την επαναφέρουν με τρόπο ουσιαστικό και όχι επιφανειακό. Όπως γίνεται για παράδειγμα με την συζήτηση στη βουλή για το ασυμβίβαστο και στους ελέγχους των οικονομικών των κομμάτων.
Υ.Γ. Η επίκληση δημοσκοπικών ποσοστών για εφαρμογή της οριζόντιας ψηφοφορίας υποκρύπτει ορισμένα σφάλματα, αλλά και ενδεχομένως σκοπιμότητες. Πρώτα απ’ όλα οι δημοσκοπήσεις είναι μια συγκυριακή έκφραση/αποτύπωση της κοινής γνώμης σε ένα πολύ συγκεκριμένα διατυπωμένο ερώτημα, που ενδεχομένως να κατευθύνει και την απάντηση. Σε άλλη χρονική συγκυρία, ενδεχομένως, η απάντηση να είναι διαφορετική (ας θυμηθούμε το ζήτημα ένταξη στην ΕΕ τη δεκαετία του 1990 και σήμερα, ή το θέμα του ευρώ). Επιπλέον, υπάρχει και το πιο ουσιαστικό ζήτημα του αν αναλόγως των δημοσκοπήσεων θα πρέπει να ρυθμίζεται η πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας. Να υπενθυμίσω ότι η πλειοψηφία του κυπριακού λαού δεν θέλει ιδιωτικοποιήσεις όπως καταγράφεται σε επανειλημμένες μετρήσεις. Γιατί και με ποιο επιχείρημα τότε οι ίδιοι που υπερασπίζονται την οριζόντια ψηφοφορία στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων δεν λαμβάνουν υπόψη τις δημοσκοπήσεις και επιμένουν στην ορθότητα τους; Λέγοντας αυτά βέβαια δεν υπονοώ ότι δεν πρέπει να αξιοποιούνται οι δημοσκοπήσεις ως εργαλεία.
Γράφει: Γιάννος Κατσουρίδης