Στον Ουίνστον Τσώρτσιλ αποδίδεται ο κυνικός αφορισμός, σύμφωνα με τον οποίο “το καλύτερο επιχείρημα εναντίον της δημοκρατίας είναι μια συζήτηση πέντε λεπτών με το μέσο ψηφοφόρο”, υπονοώντας ότι αυτοί που ψηφίζουν δεν έχουν το απαιτούμενο επίπεδο για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων.
Έτσι, διαμορφώνεται για το “μέσο ψηφοφόρο” μια περιστασιακή σχέση με τη δημοκρατία, όπου σε αραιά χρονικά διαστήματα δικαιούται να συμμετάσχει σε εκλογικές διαδικασίες για να επιλέξει αντιπροσώπους που θα σκέφτονται και θα αποφασίζουν εκ μέρους του. Στα πλαίσια αυτής της σχέσης, οι αντιπρόσωποι του “μέσου ψηφοφόρου”, διαχειρίζονται την εξουσία συγκεντρωτικά, είτε επειδή - στην καλύτερη περίπτωση - θεωρούν ότι οι ίδιοι ξέρουν καλύτερα ποιο είναι το δημόσιο συμφέρον, είτε επειδή - στη χειρότερη περίπτωση - θέλουν να προωθούν το προσωπικό τους συμφέρον. Στην πράξη, είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί το δεύτερο παρά το πρώτο, αφού η απουσία των πολιτών από τα κέντρα εξουσίας ευνοεί εκείνους που έχουν ως αυτοσκοπό την παραμονή στην εξουσία. Ταυτόχρονα, οι αυτόκλητοι πεφωτισμένοι συνήθως αποτυγχάνουν, επειδή επιδιώκοντας να εκφράσουν τα συμφέροντα της κοινωνίας χωρίς να αφουγκραστούν την κοινωνία, ματαιοπονούν παταγωδώς.
Η συμμετοχική δημοκρατία βασίζεται στην καλύτερη κατανομή της εξουσίας, με τρόπο που ο κάθε πολίτης να διαθέτει ένα μικρό μέρος της, αντί οι λίγοι να την κατέχουν εξολοκλήρου. Η συμμετοχική δημοκρατία προϋποθέτει αναβαθμισμένο ρόλο για τους πολίτες, που δεν περιορίζεται στην επιλογή αντιπροσώπων μέσω εκλογών ή στην επικύρωση/απόρριψη αποφάσεων μέσω δημοψηφισμάτων. Η συμμετοχική δημοκρατία προνοεί τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία παραγωγής των πολιτικών, από την αφετηρία της διαπίστωσης των σχετικών αναγκών, μέχρι το σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγησή τους. Η συμμετοχική δημοκρατία τοποθετεί τον πολίτη στην κεντρική θέση του καθοδηγητή, από τον οποίο αναμένει οδηγίες και κατευθύνσεις ο πολιτικός, ώστε να διαχειριστεί την εξουσία καταλλήλως. Η συμμετοχική δημοκρατία επιτρέπει στους πολίτες να αφιερώσουν χρόνο για να ενημερωθούν σφαιρικά και σε βάθος, για να μπορέσουν να διαμορφώσουν ολοκληρωμένες αντιλήψεις και για να εκφράσουν τεκμηριωμένες απόψεις. Η συμμετοχική δημοκρατία διαθέτει διαδικασίες και μεθόδους που επιτρέπουν τη λειτουργική συμμετοχή των πολιτών με τρόπο που είναι ουσιαστικός και όχι διακοσμητικός. Η συμμετοχική δημοκρατία δεν αντιμετωπίζει τον κοινωνικό διάλογο και τη δημόσια διαβούλευση ως άλλοθι για να εφαρμόσει προειλημμένες αποφάσεις, αλλά αποζητά την προστιθέμενη αξία της συμβολής των πολιτών και επενδύει στην συνεισφορά τους για τη λήψη των κατάλληλων αποφάσεων. Η συμμετοχική δημοκρατία είναι η μόνη μορφή δημοκρατίας που μπορεί να καταστεί βιώσιμη και αειφόρα χωρίς παλινδρομήσεις και είναι η μόνη μορφή δημοκρατίας που μπορεί να πείσει τους πολίτες για τις δυνατότητες και τις προοπτικές της.
Στον Ουίνστον Τσώρτσιλ αποδίδεται επίσης ένας άλλος αφορισμός, σύμφωνα με τον οποίο “η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με εξαίρεση όλα τα άλλα”. Όμως οι απαιτήσεις των πολιτών από τη δημοκρατία δεν μπορούν να στρογγυλοποιούνται προς τα κάτω, συγκρινόμενες με τις κακουχίες των ολοκληρωτικών ανελεύθερων καθεστώτων. Αντίθετα, η ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας αποτελεί την οδό της ανθρωπότητας προς την πρόοδο και την ευημερία, με τα “άλλα” πολιτεύματα να μην αποτελούν πλέον επιλογή, αλλά μόνο μια μακρινή τραυματική ανάμνηση. Ωστόσο, η δημοκρατία που αφορά πραγματικά τους πολίτες είναι μόνο η συμμετοχική δημοκρατία, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα εξακολουθήσει να αφορά κατά βάση τους αντιπροσώπους των πολιτών. Και εάν αυτή η διάσταση εξακολουθήσει να εντείνεται, οι πολίτες θα έχουν συνειρμικά ταυτίσει πλήρως τη δημοκρατία με το εφαρμοζόμενο κακέκτυπο και θα στραφούν αυτοκαταστροφικά προς σκοτεινές επιλογές του παρελθόντος.
Γράφει: Γιάννης Παναγιώτου