Τα διαχρονικά λάθη και η λύση του προβλήματος
Παρότι η Κύπρος αποτελεί μια χώρα με μεγάλες περιόδους ηλιοφάνειας, γεγονός που μπορεί να της προσδώσει ισχυρό πλεονέκτημα στην αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), σήμερα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις σε ό,τι αφορά τις υψηλές διατιμήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος, ένα πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει άμεσα την καθημερινότητα των πολιτών -και δη των οικονομικά ασθενέστερων- και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Η χώρα μας είναι η έβδομη ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη σε ηλεκτρικό ρεύμα για τους οικιακούς καταναλωτές και ανάμεσα στις πλέον ακριβές για τους μη οικιακούς καταναλωτές. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα τον Νοέμβριο του 2024 η Eurostat, το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι μέσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τα εδώ νοικοκυριά ανήλθαν σε 32,74 σεντς ανά κιλοβατώρα (kWh), τοποθετώντας την Κύπρο στην πρώτη δεκάδα των κρατών-μελών της ΕΕ με τις υψηλότερες διατιμήσεις ηλεκτρικού ρεύματος. Πρόκειται για ένα επίπεδο τιμών σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, ο οποίος διαμορφώθηκε στα 28,9 σεντς ανά kWh.
Ποιοι είναι όμως οι λόγοι, για τους οποίους η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Κύπρο δεν μειώνεται; Η απάντηση είναι σύνθετη και περιλαμβάνει μια σειρά από παράγοντες.
Το μικρό ηλεκτρικό σύστημα και οι μπαταρίες
Καταρχάς, η Κύπρος διαθέτει ένα μικρό και απομονωμένο ηλεκτρικό σύστημα. Το γεγονός αυτό επηρεάζει σημαντικά τη λειτουργία και τη διαχείριση της ηλεκτρικής ενέργειας στο νησί, καθώς θέτει όρια στο ποσοστό ασφαλούς, για τη λειτουργία του συστήματος, διείσδυσης ενέργειας από ΑΠΕ. Τα πλεονάσματα ενέργειας σε περιόδους χαμηλής ζήτησης οδηγούν σε αναγκαίες περικοπές παραγωγής από ΑΠΕ, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια που περισσεύει δεν μπορεί να εξαχθεί σε άλλες χώρες, ούτε και να διοχετευτεί στο σύστημα. Ενδεικτικά, το 2024 καταγράφηκαν περικοπές ηλεκτρικής ενέργειας ΑΠΕ της τάξης του 30%, ενώ με την εγκατάσταση περισσοτέρων μονάδων ΑΠΕ οι αποκοπές θα αυξάνονται. Λύση στο πρόβλημα αποτελούν τα συστήματα αποθήκευσης (μπαταρίες), τα οποία η Κύπρος θα έπρεπε να είχε αναπτύξει εδώ και καιρό. Τα εν λόγω συστήματα μπορούν να εγκατασταθούν σε σπίτια ή εργοστάσια (υποστηρίζοντας την αυτοκατανάλωση), σε φ/β πάρκα (υποστηρίζοντας τη παραγωγή του υβριδικού πάρκου), ή αυτόνομα στο Δίκτυο (συμμετέχοντας στην ελεύθερη αγορά και στηρίζοντας τη σταθερότητα του Δικτύου. Η χρήση τους θα συμβάλει στη μέγιστη αξιοποίηση των ΑΠΕ, περιορίζοντας παράλληλα σε ένα βαθμό το επίπεδο της υποχρεωτικής συμβατικής παραγωγής (must run units), οδηγώντας εντέλει στη μείωση της τιμής του ηλεκτρισμού.
Η καθυστέρηση ανοίγματος της ΑΑΗ
Σημαντική παράμετρος του προβλήματος είναι άλλωστε το μονοπωλιακό μοντέλο της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού. Βάσει των ευρωπαϊκών της δεσμεύσεων, η Κύπρος θα έπρεπε να είχε εδώ και χρόνια εφαρμόσει την Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού (ΑΑΗ). Αντ’ αυτού, 30 χρόνια μετά το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ευρώπη και 20 από την ένταξή της στην ΕΕ, η Κύπρος παραμένει η τελευταία χώρα στην Ένωση χωρίς ΑΑΗ, η εφαρμογή της οποίας θα θέσει τις βάσεις για τον υγιή ανταγωνισμό και κατ’ επέκταση τη μείωση των τιμών του ρεύματος. Η διαχρονική αποτυχία επίτευξης χαμηλών τιμών στο ρεύμα και τα παραδείγματα του εξωτερικού καταδεικνύουν ότι η χώρα μας θα πρέπει, χωρίς άλλη καθυστέρηση, να προχωρήσει στην εφαρμογή της ανταγωνιστικής αγοράς, με τρόπο συμβατό με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες.
Με αυτό τον τρόπο, πέραν των χαμηλότερων τιμών, θα προκύψουν πιο αποδοτικές υπηρεσίες, που θα ανταποκρίνονται καλύτερα στις απαιτήσεις της αγοράς και των καταναλωτών. Επιτυχημένα παραδείγματα ΑΑΗ στο εξωτερικό δεικνύουν αρμονική συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με τον πρώτο να αναλαμβάνει το ρίσκο της επένδυσης, προστατεύοντας από τυχόν λανθασμένες επενδυτικές αποφάσεις του δημοσίου, που όταν συμβούν σε ένα μονοπώλιο, αυτός που πληρώνει τον «λογαριασμό» είναι πάντοτε ο καταναλωτής. Η υπερδεσπόζουσα θέση της ΑΗΚ και κυριως η άρνηση προσαρμογής στις ανάγκες και τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής λειτουργούν αποτρεπτικά στην εφαρμογή μιας ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού. Την ίδια ώρα, η χώρα μας έχει δεχθεί προειδοποιητική επιστολή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη μη εφαρμογή, ως όφειλε να είχε ήδη κάνει, της Οδηγίας 2024/1711 για τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που εντείνει περαιτέρω τις πιέσεις για άμεση συμμόρφωση. Συγκεκριμένα στην προειδοποιητική επιστολή επισημαίνεται ότι:
- α. η Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού (ΑΑΗ) δεν έχει τεθεί ακόμη σε λειτουργία,
- β. δεν έχουν υιοθετηθεί μέτρα για τη σταθερότητα των τιμών και την ενίσχυση των επενδύσεων σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), και
- γ. εξακολουθεί να υφίσταται μονοπωλιακό καθεστώς μέσω της ΑΗΚ, κατά παράβαση των απαιτήσεων της Οδηγίας για τη δημιουργία ανταγωνιστικών, ανθεκτικών και προσανατολισμένων στον καταναλωτή αγορών.
Η καθυστέρηση του ΦΑ
Η πολυετής καθυστέρηση στην έλευση του φυσικού αερίου είναι ένας ακόμη παράγοντας αποτροπής της αποκλιμάκωσης των τιμών του ρεύματος. Το φυσικό αέριο, όταν έλθει, μπορεί να συμβάλει άμεσα και αποφασιστικά στη μείωση της τιμής του ηλεκτρισμού. Σύμφωνα με τις επίσημες προβλέψεις Κύπρου και Ελλάδας, το 2027 αναμένεται να παρατηρηθεί πτώση 10% στις τιμές του φυσικού αερίου. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη μείωση στις ποσότητες ρύπων CO2 που υπολογίζεται γύρω στο 16% που θα επιφέρει η χρήση φυσικού αερίου, μπορεί να επιτύχει ένα σημαντικό ποσοστό μείωσης στην τιμή του ηλεκτρισμού. Άλλοι συναφείς παράγοντες που συμβάλλουν στη διατήρηση του υψηλού κόστους του ρεύματος είναι οι συντηρητικές διαδικασίες που ακολουθεί η ΑΗΚ στην εισαγωγή καυσίμων ηλεκτροπαραγωγής και οι υψηλές φορολογίες, με τις οποίες επιβαρύνεται το τιμολόγιο του ηλεκτρισμού.
Συμπερασματικά, η διατήρηση των υψηλών τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος στην Κύπρο είναι ένα διαχρονικό και πολυπαραγοντικό πρόβλημα, για τη λύση του οποίου η πολιτεία χρειάζεται να δράσει άμεσα, διορθώνοντας στρεβλώσεις και καθυστερήσεις πολλών ετών. Η ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε συνδυασμό με μπαταρίες , η εισαγωγή φυσικού αερίου, η αναβάθμιση του ηλεκτρικού συστήματος και κυρίως η εισαγωγή, το συντομότερο, της ΑΑΗ αποτελούν τα κύρια βήματα για την επίτευξη του στόχου, προς όφελος των καταναλωτών, της κοινωνίας και την οικονομίας ευρύτερα.