Όταν οι στρατιώτες του κρατιδίου της Οράγγης περί τα τέλη του 1902 επέστρεψαν ηττημένοι από τον πόλεμο των Μπόερς στο Μπλουμφοντέιν (Bloemfontein), οι εικόνες που αντίκρισαν ήταν πολύ χειρότερες απ’ αυτές που έζησαν στα πεδία των μαχών: η πόλη τους είχε μετατραπεί σ’ ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Τα βρετανικά στρατεύματα που κατέλαβαν το Μπλουμφοντέιν τον Μάρτη του 1900, έχτισαν ένα σύγχρονο κολαστήριο στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 45 χιλιάδες γυναικόπαιδα και 17 χιλιάδες ενήλικες. Σχεδόν 60 χιλιάδες μαύροι άμαχοι πέθαναν από τα βασανιστήρια και την πείνα. Αυτόπτης μάρτυρας της τραγωδίας του Μπλουμφοντέιν, με την ιδιότητα του πολεμικού ανταποκριτή, ήταν κι’ ο μετέπειτα Βρετανός πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ. Παρεμπιπτόντως η ιδέα δημιουργίας στρατοπέδων συγκέντρωσης δεν ανήκει στους ναζιστές όπως κάποιοι μπορεί να πιστεύουν, αλλά στους Βρετανούς αποικιστές. Σημειώνεται ότι για το αποτρόπαιο έγκλημα της Οράγγης, το Λονδίνο δεν ψέλλισε ούτε μια συγνώμη...
Το 1943, οι εφοδιοπομπές που έφτασαν από την Αυστραλία στην Ινδία πήραν εντολή να μην αφήσουν τρόφιμα στις ατέλειωτες στρατιές των πεινασμένων, αλλά να τα μεταφέρουν προληπτικά στην Ευρώπη. Η διαταγή έφερε την υπογραφή του ιδίου του Τσόρτσιλ. Όπως μαρτυρεί ο Ινδός πολιτικός Σάσι Ταρούρ που συνέκρινε τον Τσόρτσιλ με τον Χίτλερ, από τον λιμό της Βεγγάλης που προκλήθηκε ως αποτέλεσμα της πολιτικής της καμένης γης που ακολούθησαν οι Βρετανοί αποικιστές, έχασαν τη ζωή τους 4,3 εκατομμύρια άνθρωποι. Για τις αποκρουστικές εικόνες με τα σκελετωμένα πτώματα που κάλυπταν τους δρόμους της Βεγγάλης και τους γύπες που τα κατασπάρασσαν, το Λονδίνο δεν ψέλλισε ούτε μια συγνώμη...
Το 1956, οι Βρετανοί έστησαν στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας μια αγχόνη, στην οποία κρέμασαν 9 νέους με την κατηγορία της τρομοκρατίας. Στην πραγματικότητα τα παιδιά εκείνα αγωνίζονταν για την απελευθέρωση της χώρας τους. Παρά τα διαβήματα ανθρώπων της διανόησης από διάφορες γωνιές του πλανήτη, το παλάτι έδωσε τη συγκατάθεση του για την υλοποίηση του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος. Για τη βάρβαρη αυτή συμπεριφορά, το Λονδίνο δεν ψέλλισε ούτε μια συγνώμη...
Οι εικόνες αυτές στριφογύριζαν στο μυαλό μου όταν τις προάλλες έβλεπα τον Βρετανό υπουργό εξωτερικών να διαβεβαιώνει τον Κύπριο ομόλογο του, ότι η σχέση Ηνωμένου Βασιλείου - Κύπρου είναι ισχυρή και πως οι δυο χώρες διατηρούν μια μακροχρόνια φιλία. Αλήθεια, πότε η φιλία αυτή λειτούργησε προς όφελος του κυπριακού λαού; Ίσως θα ήταν προτιμότερο ο κ. Ράαμπ να μιλούσε για συμφέροντα... Και ειλικρινά σας λέω, δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι τα συμφέροντα του Λονδίνου - το οποίο σε καίρια γεωστρατηγικής σημασίας ζητήματα ακολουθεί μια πολιτική που εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «νεοαποικιακή» - συμπίπτουν με αυτά της Κύπρου. Εκείνο που πρωτίστως ενδιαφέρει και κατ’ επέκταση συμφέρει στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι η διατήρηση των κυρίαρχων βάσεων του στο νησί. Η ιστορία μας διδάσκει ότι προκειμένου να πετύχει τους στόχους και να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της, η Βρετανία δεν έχει οποιεσδήποτε αναστολές, ακόμα κι αν χρειαστεί να εγκληματήσει σε βάρος αθώων ανθρώπων ή ακόμα και ολόκληρων λαών. Κάποιοι ίσως ισχυριστούν ότι οι συνθήκες του 21ου αιώνα δεν είναι οι ίδιες με αυτές των προηγούμενων και ότι δεν θα πρέπει να συγκρίνουμε ανόμοιες καταστάσεις. Ίσως. Ωστόσο, όπως σημειώνει κι η λαϊκή σοφία, «όταν καείς με τον χυλό, φυσάς και το γιαούρτι».
Μ’ άλλα λόγια, φρόνιμο είναι απέναντι στους Βρετανούς να είμαστε επιφυλακτικοί. Ιδιαίτερα όταν ακούμε τον κ. Ράαμπ να παροτρύνει όλες τις πλευρές να προσέλθουν στην άτυπη πενταμερή για το κυπριακό "με βούληση να επιδείξουν ευελιξία και συμβιβασμό". Τί άραγε έχει κατά νου το Λονδίνο όταν μιλά για ευελιξία και συμβιβασμό;...
*ΦΩΤΟ: Παιδιά Μπόερς μέσα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. 1 στα 4 θα πέθαινε. Νότια Αφρική, 1901/ Library of the London School of Economics and Political Science