Ένα πρωτόγνωρο συνοθύλευμα συναισθημάτων κατακλύζει κάθε επίσκεψη στα κατεχόμενα.
Εικόνες και θύμησες του παρελθόντος παίρνουν σάρκα και οστά σεριανίζοντας τα ιερά χώματα της πατρίδας μας. Έτσι τα νιώθουμε εμείς οι νέοι. Ιερά, άβατα, άπιαστα. Με αυτές τις σκέψεις μεγαλώσαμε. Μεθυσμένοι και γαλουχημένοι με το όνειρο της επιστροφής της κατεχόμενης πατρίδας μας αντιδράσεις πρωτόγνωρες συκχεύουν το μυαλό.
Η θέληση και η ανάγκη για επιστροφή αντιπαλεύεται με τις εκάστοτε μακιαβελικές και κατ’ιδίαν ενημερώσεις με τις οποίες ανατραφήκαμε. Ακόμα και σήμερα, δεκαετίες πιο μετά οι σχολαστικές ιστορικές αναφορές και οι εκτενώς παραθετικές εξιστορήσεις παραμένουν λειψές και αναπάντητες. Τα γεγονότα αν και απεικονίζονται ως αντιληπτά εντούτοις ποτέ δεν είναι πλήρως κατανοητά και ολοκληρωμένα.
Γνωρίζαμε και γνωρίζουμε ότι καμία ιστορία και καμία έκθεση γεγονότων δεν είναι ‘αντικειμενική’. Όλοι οι συνυπεύθυνοι ποτέ δεν υπήρξαν ουσιαστικά αληθινοί και επαρκής για να πείσουν το ακροατήριο τους. Αυτό είμαστε η νέα γενιά. Ένα ‘ειδικό’ ακροατήριο που χαράκτηκε και χρωματίστηκε απο τις συνέπειες επιλεκτικών ερμηνειών και τραγικών ιστορικών αποφάσεων που είτε επιλέκτηκαν είτε δοθηκαν είτε αγνοήθηκαν.
Οι ιστορικές συγκυρίες όμως αλλάζουν και οι παρατηρούμενες αλληλουχίες που πρωτόγνωρα διαφοροποιούν την real politik συντετείθενται με την ψυχρή ίσως πραγματικότητα που εμείς καλούμαστε να πάρουμε στα χέρια μας. Η ιδέα της πολιτικής, των διεθνών σχέσεων, του δικαίου γενικότερα συγκρούεται πολλές φορές με την λαϊκή ψυχολογία. Μια λαϊκή βούληση και ψυχολογία που δυστυχώς δεν επεξεργάστηκε αξιολογικές κρίσεις, δεν πρόλαβε να ανασάνει απο μακρόχρονες υπεκφυγές και προκαταλήψεις. Οι πολιτικές φιλοδοξίες κατάφεραν να ξεπεράσουν και να μονοπωλήσουν με κάθε κυνισμό ανθρώπινα ιδανικά και ανθρώπινες ίσως αναγκαιότητες.
Μια τέτοια αναγκαιότητα αυτή τη στιγμή είναι και η επιστροφή μας. Μια αναγκαιότητα που θα υπηρετηθεί ορθά απο το ίδιο ‘ειδικό’ ακροατήριο που ούτε ερωτήθηκε, ούτε αναμείχθηκε ούτε προκάλεσε. Αυτό το ‘ειδικό’ ακροατήριο επιβάλλεται να αρπάξει την χρονική συγκυρία που επιβλήθηκε και να παραταχθεί σημαιοφόρος της επανένωσης και της επιστροφής. Το ίδιο ακροατήριο, άσπιλων νέων και νεανίδων καλείται να τιθασεύσει τα πάθη του παρελθόντος και να απαλύνει τον πόνο που σκορπίστηκε εξευτελιστικά βάναυσα σε τόσες γενιές.
Η γενιά του σήμερα, αντιλαμβάνεται και επιζητεί όσο ποτέ άλλοτε να αποβάλει την κληρονομιά του φόβου και της δυσπιστίας και να πρυτανεύσει την προσδοκία. Να διευθετήσει και να αντιπαραβάλει μια συγκριτική υπεροχή ελπίδας ως αναγκαιότητα. Να απαιτήσει τις μελλοντικές ειρηνικές προοπτικές που της αξίζουν.
Είναι καιρός να επιστρέψουμε; Σίγουρα είναι καιρός να διαπραγματευτούμε την κληρονομιά μας, την οποία ούτε επιλέξαμε, ούτε και μπορούμε να αφήσουμε να παραμείνει ως έχει. Είναι καιρός να παραγνωρίσουμε τις πολλές απογοητεύσεις που έχουμε υποστεί και να επιδιώξουμε να μην χαθεί άλλη ευκαιρία. Είναι καιρός αυτό που για πολλούς φαντάζει ‘σημαντική οπισθοχώρηση’ να συνοδευτεί με ισότητα, ισχυρή επιθυμία, προσδοκία και δικαίωση. Ακόμη και εάν η συγκεκριμένη υπόθεση αποτύχει να μετουσιωθεί σε πραγματικότητα θα εξακολουθήσει να είναι η δική μας επιλογή στην οποία εμείς θα ζήσουμε, εμείς και οι απόγονοι μας. Εξ ορισμού κάτι τέτοιο ίσως και να δίδει το αποκλειστικό δικαίωμα επιλογής.
Ναι! Είναι καιρός πιά να παραταχθούμε σύσσωμοι ως πρόθυμοι υπερασπιστές της ειρήνης και της δικαίωσης χωρίς να σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι θα αποκλίνουμε απο τα ιδανικά και τις αξίες που μας ανήκουν. Είναι καιρός να αναγγείλουμε και να επισημάνουμε αυτή την αναγκαιότητα και να καταδικάσουμε κάθετι διχαστικό και αχρείαστο.
Είναι καιρός αυτό το ‘ειδικό ακροατήριο’ να δώσει μια σταράτη και έντιμη απάντηση ‘Ναί είναι καιρός να επιστρέψουμε, το αξίζουμε, μας το οφείλουν’...
Γράφει: Αννίτα Δημητρίου